Στην έδρα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στη Ν. Υόρκη μεταφέρθηκε η αντιπαράθεση Τουρκίας και Ελλάδας το τελευταίο διάστημα. Με τις ομιλίες τους στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, τόσο ο Ερντογάν όσο και ο Μητσοτάκης κατέθεσαν τις βασικές τους απόψεις, ευελπιστώντας σε «κατανόηση» από τους αντιπροσώπους των άλλων χωρών. Μάλιστα, προσπάθησαν και οι δύο να παίξουν το γνωστό διπλωματικό παιχνίδι που διεξάγεται χρόνια τώρα, αυτό του blame game. Και οι δύο «τάσσονται» υπέρ του διεθνούς δικαίου, το επικαλούνται ως προς τις διαφορές που υπάρχουν στις μεταξύ τους σχέσεις, μόνο που ζητούν επιλεκτική εφαρμογή του. Τα πάντα είναι θέμα «ερμηνείας» στις μέρες μας. Ακόμη και οι Διεθνείς Συμβάσεις οι οποίες τους αφορούν.
Πιο προκλητικός, ο τούρκος πρόεδρος μίλησε για το καθεστώς των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου που εξοπλίζει παράνομα η ελληνική πλευρά, για τις παραβιάσεις του τουρκικού εναέριου και θαλάσσιου χώρου που ισχυρίζεται ότι πραγματοποιεί η Ελλάδα. Ιδιαίτερη αναφορά, με την επίδειξη σχετικής φωτογραφίας, έκανε στους πρόσφυγες και μετανάστες που «σπρώχνει και πνίγει» η χώρα μας, όπως είπε. Τα «βαριά» στρατιωτικά και γεωπολιτικά θέματα, όπως αυτό της αναβάθμισης της Βάσης της Αλεξανδρούπολης, που προκαλεί συνεχώς τις αντιδράσεις της Τουρκίας, έμειναν απέξω. Πιο πολύ η απεύθυνση αυτή αφορούσε τον επηρεασμό της λεγόμενης κοινής γνώμης, με την επίκληση του θυμικού. Εν κατακλείδι, η χώρα του «σέβεται» όλες τις διεθνείς της υποχρεώσεις.
Σε λίγο διαφορετικό τόνο ο έλληνας πρωθυπουργός προσπάθησε να παρουσιάσει τη χώρα μας ως κατ’ εξοχήν αυτή που εφαρμόζει «κατά γράμμα» το Διεθνές Δίκαιο και ιδιαίτερα αυτό της Θάλασσας, που «αμύνεται» απέναντι στον «αναθεωρητικό» γείτονα και που αποκρούει όλες τις αιτιάσεις της Τουρκίας ως παντελώς παράλογες και αβάσιμες, όπως είπε. Στην ίδια κατεύθυνση, έθεσε τις «κόκκινες γραμμές» που αφορούν την κυριαρχία και τα κυριαρχικά διακαιώματα, ενώ στο προσφυγικό-μεταναστευτικό, αν και με φανερή αμηχανία, δεν «ανταπέδωσε» με χάρτες και επικοινωνιακά μέσα. Πιο πολύ προσπάθησε να μην «παρασυρθεί» σε μια ανάλογη ρητορική με τον τούρκο πρόεδρο, πλασάροντας την εικόνα μιας «σταθερής και αποφασιστικής δύναμης» που «σέβεται» τους διεθνείς κανόνες.
Στην πραγματικότητα και πέρα απ’ το πεδίο της διπλωματίας και της εικόνας, ο αντιδραστικός κι επικίνδυνος ανταγωνισμός ανάμεσα στις εξαρτημένες από τη Δύση αστικές τάξεις Ελλάδας και Τουρκίας όλο και παροξύνεται. Μπορεί να εναλλάσσονται τακτικές, μορφές και μέσα, αλλά η ουσία παραμένει η ίδια και άπτεται των αγεφύρωτων συμφερόντων τους στην περιοχή. Τα διεθνή φόρα έχουν ενταχθεί εσχάτως σ’ αυτόν τον ανταγωνισμό, κάτι που αναμένεται να συνεχιστεί. Ήδη κυκλοφορούν κι από τις δύο πλευρές τα επόμενα «επεισόδια συνάντησης» αυτής της αντιπαράθεσης.
Η ελληνική πλευρά «ποντάρει» σε τρεις βασικούς άξονες. Πρώτον, στη διεθνοποίηση και την επίκληση του λεγόμενου Διεθνούς Δικαίου, θεωρώντας τυχοδιωκτικά ότι της «δίνουν δίκιο». Δεύτερον, στην αναβάθμιση των αποκαλούμενων διεθνών συμμαχιών της χώρας (διάβαζε αμερικάνους κι ευρωπαίους ιμπεριαλιστές και τους διαφόρους άξονες που προωθούν ιδιαίτερα οι πρώτοι). Τρίτον, στην ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας που ήδη έχει αρχίσει να συντελείται με τις αλλεπάλληλες «αγορές του αιώνα» που πραγματοποιεί.
Η τουρκική πλευρά κάνει τους δικούς της «λογαριασμούς». «Στηρίζεται», πρώτον, στην προνομιακή γεωστρατηγική της θέση που οδηγεί στην «πρόσκαιρη ανοχή» από τις ΗΠΑ κινήσεων έως και φανερά αντίθετων με το δόγμα του ΝΑΤΟ. Δεύτερον, στις μεσολαβητικές προσπάθειες που πραγματοποιεί προς εξυπηρέτηση των δυτικών αλλά και των δικών της συμφερόντων. Τρίτον, στην επίδειξη «πυγμής» στο Αιγαίο και σε ολόκληρη την περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, με τα ερευνητικά της πλοία και το στρατό που διατηρεί σε συγκεκριμένα σημεία. Μεγάλο της πρόβλημα παραμένει, όμως, η αναβάθμιση και ανανέωση του οπλοστασίου της.
Αποτέλεσμα όλων αυτών των δεδομένων είναι οι εκατέρωθεν μαξιμαλισμοί κι επιθετικότητες που καλά κρατούν. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ούτε κατά τις ημέρες της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ δεν κόπασαν. Οι παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου και οι υπερπτήσεις ανέρχονται πλέον σε δεκάδες καθημερινά. Τα σύνορα του Έβρου «σφραγίζονται» με επέκταση πολλών δεκάδων χιλιομέτρων του φράχτη, ενώ η πρόσφατη άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία από πλευράς ΗΠΑ που κρατούσε από το 1987 ρίχνει κι άλλο λάδι στη φωτιά. Οι Αμερικανοί πιέζουν όλο και πιο πολύ την Τουρκία να «προσαρμοστεί» κι ευθυγραμμιστεί με τις επιδιώξεις τους στο πλαίσιο της νέας μεγάλης αναμέτρησης με τη Ρωσία που διεξάγεται στο έδαφος της Ουκρανίας. Ιδιαίτερα εμφανής είναι η τάση φαινομενικής «ανταμοιβής» της ελληνικής πλευράς, ως αποτέλεσμα της άμεσης ανταπόκρισής της σε όλα όσα ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός επιτάσσει.
Παρ’ όλα αυτά, εμφανίστηκαν τελευταία κι από τις δύο πλευρές τάσεις επανόδου στο τραπέζι του διαλόγου. Ο έλληνας ΥΠΕΞ Δένδιας άφησε ανοιχτό ένα τέτοιο ενδεχόμενο εφόσον η απέναντι πλευρά σεβαστεί το Διεθνές Δίκαιο και ιδιαίτερα τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, τη γνωστή και ως Unclos του 1982. Από τη μεριά του ο εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας και δεξί χέρι του Ερντογάν, Καλίν, δήλωσε ότι είναι ανοιχτός, υπό προϋποθέσεις, ένας τέτοιος δρόμος. Οι δηλώσεις, ωστόσο, Τσαβούσογλου, Ακάρ και Παναγιωτόπουλου βρίσκονται σε εμφανώς διαφορετικό μήκος κύματος.
Μια στο καρφί και μια στο πέταλο εκατέρωθεν, λοιπόν. Οι συνθήκες που υπάρχουν, ωστόσο, μόνο εφησυχασμό δεν πρέπει να εκπέμπουν και στους δύο λαούς. Η αντιπολεμική, αντιιμπεριαλιστική, αντιεθνικιστική και διεθνιστική πάλη απαιτείται να δυναμώσει στις δύο πλευρές του Αιγαίου.