Όσο περνάει ο καιρός αποκαλύπτεται όλο και περισσότερο πως η πανδημία του κορωνοϊού, όσο κι αν εξέπληξε το σύστημα και έθεσε προβληματικές διαχείρισης, έγινε ακόμα ένα όχημα έντασης της επίθεσης στο δικαίωμα του λαού στη ζωή και την περίθαλψη και μέσο για τη διάλυση των νοσοκομείων και των εργαζόμενων σ’ αυτά. Σχεδόν τρία χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας, τα νοσοκομεία που «ενισχύθηκαν» βρίσκονται σε χειρότερη μοίρα από ποτέ, οι εργαζόμενοι πιο εξαθλιωμένοι από ποτέ κι οι συνθήκες περίθαλψης σε τραγική κατάσταση.
Όσα κι αν έχουν γραφτεί και γραφτούν δεν μπορούν ν’ αποδώσουν τις συνθήκες κόλασης στις οποίες καλούνται να εργαστούν οι υγειονομικοί. Ενώ οι κυβερνητικοί δεν σταματάνε να υπερηφανεύνται για τις προσλήψεις και να αναγγέλουν νέες, η πραγματικότητα είναι πως το προσωπικό είναι λιγότερο και απ’ την περίοδο των μνημονίων, όπου είχαν «παγώσει» οι προσλήψεις. Οι υποτιθέμενες προσλήψεις (κατά βάση συμβάσεις ορισμένου χρόνου) δεν καλύπτουν ούτε στο ελάχιστο τις συνταξιοδοτήσεις και τους εργαζόμενους που λείπουν, όντας σε αναστολή. Για τους τελευταίους, μάλιστα, έχει γίνει ξεκάθαρο πως η απομάκρυνσή τους έγινε και συνεχίζεται για καθαρά πολιτικούς λόγους, με όρους αυταρχισμού, καθώς η διασπορά κι οι επαναμολύνσεις στους εμβολιασμένους εργαζόμενους είναι ήδη τεράστια. Η αδιανόητη υποστελέχωση έχει οδηγήσει σε βάρδιες και εφημερίες του τρόμου, με τη σωματική και ψυχική εξουθένωση ν’ αγγίζουν όρια άνευ προηγουμένου. Ένας μέσος εργαζόμενος σε νοσοκομείο έχει τουλάχιστον 3-4 μήνες οφειλόμενες άδειες και ρεπό, κι αυτό μόνο απ’ την τελευταία τριετία. Έχει γίνει όλο και συχνότερο, μάλιστα, ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό να παραιτείται, ακόμα κι από μόνιμες θέσεις, μην αντέχοντας τις απάνθρωπες συνθήκες πίεσης.
Αυτή η κατάσταση καθιστά επικίνδυνες τις συνθήκες νοσηλείας. Ασθενείς που περιμένουν για ώρες ώστε να εξεταστούν, ασθενείς που κατόπιν ξαναπεριμένουν για ώρες μέχρι να βρεθεί διαθέσιμο κρεβάτι ή συνηθέστερα ράντζο, ασθενείς που μπορεί να περιμένουν και μία ολόκληρη μέρα για να δουν το γιατρό τους γιατί δεν θα έχει προλάβει να περάσει απ’ όλους. Ακόμα και τα παγκόσμια στατιστικά κι οι πανεπιστημιακές έρευνες αποδεικνύουν πως απώλειες χιλιάδων ανθρώπινων ζωών στην Ελλάδα είναι αποτέλεσμα των πολιτικών του συστήματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πρόσφατη μελέτη Λύτρα για τους θανάτους διασωληνωμένων ασθενών με covid. 97,7%(!!!) όσων διασωληνώθηκαν και παρέμειναν εκτός ΜΕΘ την περίοδο Σεπτέμβρης 2021 - Απρίλιος 2022, γιατί δεν υπήρχε κρεβάτι, πέθαναν. Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, οι θάνατοι λόγω covid σε νοσοκομεία της επαρχίας ήταν 64% περισσότεροι σε σχέση με τα νοσοκομεία της Αθήνας. Με λίγα λόγια, ο λαός της επαρχίας αφέθηκε ακόμα περισσότερο στην τύχη του, χωρίς ΜΕΘ και εξειδικευμένο προσωπικό. Όλοι αυτοί οι θάνατοι αποτελούν δολοφονίες του συστήματος, καθώς με κατάλληλες υποδομές και προσλήψεις προσωπικού, ένα μεγάλο κομμάτι τους θα μπορούσε να αποφευχθεί.
Φυσικά, ακόμα κι οι μελέτες που προέρχονται από συστημικές πηγές και αναδεικνύουν τη σαπίλα του συστήματος δεν είναι αρκετές για αλλαγή πλεύσης στο χώρο της περίθαλψης, δηλαδή για προσλήψεις, άνοιγμα νέων νοσοκομείων κοκ. Αντ’ αυτού, ετοιμάζεται ακόμα μεγαλύτερη ερείπωση. Στο νέο σχέδιο νόμου Γκάγκα-Πλεύρη που διέρρευσε προβλέπεται η μετατροπή των νοσοκομείων σε ΝΠΙΔ και το τέλος της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των γιατρών σε αυτά. Τα νοσοκομεία θα λειτουργούν με γιατρούς που θα δουλεύουν με μπλοκάκι και θα μοιράζουν το χρόνο τους ανάμεσα στο νοσοκομείο, το ιδιωτικό τους ιατρείο και ιδιωτικές κλινικές. Εργασιακός μεσαίωνας για τους γιατρούς, που θα προσπαθούν να συμπληρώσουν εισόδημα δουλεύοντας όλη μέρα, και τρομακτική εξέλιξη για την περίθαλψη των ασθενών που σταθερά βλέπουν τη δωρεάν περίθαλψη να μπαίνει στο κέντρο του στόχου. Για να μην ξεχνάμε την πολυετή επιδίωξη για ΣΔΙΤ στα νοσοκομεία, την οποία το μοντέλο του «ιδιώτη γιατρού» φέρνει πιο κοντά.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα αναδεικνύονται διαρκώς νέες πλευρές της εγκληματικής πολιτικής στην υγεία. Λίγους μήνες μετά την αποκάλυψη της έλλειψης αναισθησιολόγων στο παιδιατρικό νοσοκομείο της Πάτρας και της βίαιαης μετακίνησης αναισθιολόγων από άλλες περιοχές, αντί για μαζικές προσλήψεις, αναδεικνύεται το ίδιο πρόβλημα στο «Αγία Σοφία» και στα υπόλοιπα παιδιατρικά νοσοκομεία της Αθήνας. Αποτέλεσμα είναι εκατοντάδες ή και χιλιάδες χειρουργεία να βρίσκονται σε αναμονή, με μοναδική διέξοδο τον ιδιωτικό τομέα. Με αφορμή, αυτό οι εργαζόμενοι του νοσοκομείου «Αγία Σοφία» πραγματοποίησαν στις 28/9 απεργία και κινητοποίηση, ακολουθούμενοι απ’ τους συναδέλφους τους στο «Αγλαϊα Κυριακού» και το Παίδων Πεντέλης, διεκδικώντας μαζικές προσλήψεις προσωπικού και μονιμοποιήσεις.
Σε αντίστοιχο κλίμα, οι παθολόγοι του «Γεννηματάς» ξεκίνησαν παραστάσεις διαμαρτυρίας στη διοίκηση, καθώς για μήνες έχουν υποχρεωθεί σε παράνομη υπερεφημέρευση, πέρα απ’ τα όρια του ανθρωπίνως δυνατού. Χαρακτηριστικά, κι ενώ ο νόμος προβλέπει πως η εβδομαδιαία εργασία του γιατρού δεν πρέπει να ξεπερνά τις 48 ώρες, και σε εξαιρετικές περιπτώσεις τις 60, οι παθολόγοι του «Γεννηματάς», και πολλών άλλων νοσοκομείων, ξεπερνούν τις 80-90 ώρες, κάτι που είναι επικίνδυνο για την υγεία των ίδιων και την ασφάλεια των ασθενών. Φυσικά, οι περισσότερες απ’ αυτές τις επιπλέον ώρες είναι υπερωρίες που δεν προσμετρώνται πουθενά και δεν θα πληρωθούν ποτέ.
Μέσα σ’ αυτό το συνεχιζόμενο ζοφερό κλίμα, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες «κάνουν την πάπια». Την 24ωρη απεργία του «Αγία Σοφία», που αναδεικνύει προβλήματα όλων των εργαζόμενων σ’ όλα τα νοσοκομεία, δηλαδή πρέπει να καθολικοποιηθεί, η ΟΕΝΓΕ τη στήριξε με στάση εργασίας, βρισκόμενη πίσω απ’ τις ανάγκες των εργαζόμενων. Την πλήρη διάλυση των εργασιακών συνθηκών και σχέσεων στα νοσοκομεία η ΠΟΕΔΗΝ θα αντιμετωπίσει με μία πανελλαδική απεργία στις 20 Οκτώβρη, σαν να μην ήταν γνωστά τα προβλήματα, με το γνωστό εθιμοτυπικό χαρακτήρα που δίνει στις κινητοποιήσεις της.
Οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία πρέπει ν’ αντλήσουμε δύναμη απ’ τους συναδέλφους που έχουν αρχίσει να κινητοποιούνται κατά τόπους και να συνειδητοποιήσουμε πως μόνο με συνολικό και μαζικό αγώνα μπορούμε ν’ ανατρέψουμε το εφιαλτικό παρόν που μας έχει επιβληθεί.