Η αναγγελία της ημερομηνίας διεξαγωγής των εκλογών για τις 21 Μάη από τον Μητσοτάκη, με στόχο από τη μία πλευρά να αποκλιμακωθούν οι κινητοποιήσεις εργαζόμενων και νεολαίας για το έγκλημα στα Τέμπη και από την άλλη για να μπει το αστικό πολιτικό σύστημα στην «κανονικότητα» των διλημμάτων και των εκβιασμών προς το λαό, έχει προκαλέσει συναγερμό στα επιτελεία των κομμάτων – πυλώνων του συστήματος. Βασικό χαρακτηριστικό, οι υπολογισμοί ποσοστών και αριθμών που δίνουν και παίρνουν, δημιουργώντας ένα πέπλο συγκάλυψης των πραγματικών δεδομένων που κρίνονται σε αυτές τις εκλογές.
Στο κυνήγι της αυτοδυναμίας ο Μητσοτάκης και η ΝΔ ήδη από σήμερα δηλώνουν την ημερομηνία των… επόμενων εκλογών στις αρχές Ιούλη και τη «διάθεσή» τους να κάνουν εκλογές μέχρι να την πετύχουν. Αυτό βέβαια το σενάριο υπονομεύει την περιβόητη σταθερότητα για την οποία τόσος λόγος γίνεται και απαιτείται από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα των ΗΠΑ και της ΕΕ αλλά και την ντόπια άρχουσα τάξη καθώς οι προτεραιότητές τους δεν παίρνουν υπόψη τους τον «καημό» του Μητσοτάκη για κοινοβουλευτική αυτοδυναμία.
Στη βάση αυτή προβάλλονται και τα σενάρια για αυτοδύναμη κυβέρνηση με «πολλά χρώματα», σε μια προσπάθεια, από την πλευρά Μητσοτάκη – ΝΔ, να στείλουν μήνυμα προς κάθε πρόθυμο είτε στο ΠΑΣΟΚ είτε στην ακροδεξιά (Ελληνική Λύση κ.λπ.) ότι δεν θα διστάσει να τους εντάξει σε κυβερνητικό σχήμα μέσω «μεταγραφών». Ταυτόχρονα κάνει ολόκληρη εκστρατεία με μπόλικη πατριδοκαπηλία και αντιδραστικά χαρακτηριστικά (φράχτης στον Έβρο) για να ψαρέψει ψήφους και ποσοστά στα θολά νερά και τα βουρκονέρια του ακροδεξιού χώρου.
Από την άλλη μεριά, ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ με πρόταγμα για «προοδευτική διακυβέρνηση» και την προβολή της αναγκαίας κυβέρνησης συνεργασίας προσπαθεί να δείξει υπευθυνότητα προς τα κέντρα εξουσίας ότι μπορεί να αναλάβει τη διακυβέρνηση και να λύσει τα ζητήματα της πολιτικής αστάθειας που φέρνει ο Μητσοτάκης με τις αυτοδυναμίες και τις πολλαπλές εκλογές. Με τον τρόπο αυτό επίσης φιλοδοξεί να βγει από τη στασιμότητα των ποσοστών που του δίνουν οι δημοσκοπήσεις και τον φέρνουν σταθερά δεύτερο και σε κάποια απόσταση από τη ΝΔ. Γι’ αυτό και βιάστηκε να πάρει θέση στην προεκλογική αφετηρία σε βάρος των λαϊκών κινητοποιήσεων, δείχνοντας έτσι στους κυρίαρχους μέσα και έξω από τη χώρα ότι δεν είναι του «πεζοδρομίου» αλλά θεσμικός παράγοντας του αστικού πολιτικού συστήματος. Εξάλλου, αυτό το «διαβατήριο» της χειραγώγησης και της υπονόμευσης των λαϊκών αγώνων ήταν ένα από τα κριτήρια της αποδοχής του από τις δυνάμεις του συστήματος στην πορεία προς τη διακυβέρνηση το 2015. Υποταγμένος πλήρως στο καθεστώς της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης από ΗΠΑ–ΕΕ και με δεδομένη τη στήριξή του προς το ντόπιο καπιταλιστικό σύστημα, επιχειρεί με το σύνθημα «δικαιοσύνη παντού» να παρουσιάσει ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο» όπου εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι θα εργαστούν από κοινού για ένα «θετικό κοινωνικό άθροισμα». Μία κλασική ονείρωξη της σοσιαλδημοκρατίας που επιμένει να αναζητάει τους χαμένους παράδεισους του λεγόμενου κοινωνικού κράτους.
Για το ΠΑΣΟΚ η επικείμενη εκλογική αναμέτρηση είναι «συμπληγάδες πέτρες» που το απειλούν με συντριβή και πρέπει ο Ανδρουλάκης να κάνει «επιδέξιους» χειρισμούς για να την αποφύγει. Έτσι, με το σύνθημα «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας» προσπαθεί να απεμπλακεί από τα διλήμματα που τον συμπιέζουν εκλογικά και ταυτόχρονα να διεκδικήσει θέση και ρόλο σαν κόμμα – πυλώνας του αστικού πολιτικού συστήματος. Μόνο που εκεί εμφανίζεται ο… Λοβέρδος για να υποδείξει την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσει το ΠΑΣΟΚ σαν υπεύθυνο αστικό κόμμα, και όταν του παρατηρούν ότι είναι «εκτός γραμμής», τότε δηλώνει ότι «κανείς δεν μπορεί να τον διαγράψει», ρίχνοντας έτσι προειδοποιητικές βολές προς την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Σε κάθε περίπτωση, το «ενωμένο και δυνατό» ΠΑΣΟΚ πρέπει να καταγράψει ένα σημαντικό εκλογικό αποτέλεσμα για να μπορέσει να διαπραγματευτεί με τα υπόλοιπα αστικά κόμματα.
Όλες οι παραπάνω «καντρίλιες» των βασικών αστικών πολιτικών δυνάμεων είναι έκφραση της κρίσης συνολικά του αστικού πολιτικού συστήματος που το τελευταίο διάστημα ένιωσε έντονα τον κίνδυνο από το λαϊκό ξέσπασμα και μπροστά στις εκλογές φοβάται ότι η έκφραση της οργής και της αγανάκτησης του λαού, που δεν έχει καταλαγιάσει, μπορεί να προκαλέσει μια πολιτική «ρευστοποίηση». Μία καταψήφιση, που μπορεί να εκδηλωθεί με διάφορους τρόπους, των αστικών πολιτικών δυνάμεων σε τέτοια έκταση που θα δυσκολέψει εξαιρετικά τη νομιμοποίηση μίας νέας διακυβέρνησης σε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς. Δεν είναι τυχαίο ότι μέσα σε αυτές τις συνθήκες τα αστικά ΜΜΕ και όλοι οι δημοσιολόγοι απολογητές του συστήματος κανοναρχούν για μια «υπεύθυνη ψήφο» που θα δώσει σταθερή κυβέρνηση, την οποία «έχει ανάγκη η χώρα». Και από την άλλη, μέσω της «αρμοδιότητας» που έδωσε η κυβέρνηση της ΝΔ στον Άρειο Πάγο να αποφασίσει ποιο κόμμα μπορεί να συμμετέχει στις επικείμενες εκλογές, με σκοπό να αποκλείσει το φασιστικό μόρφωμα του Κασιδιάρη, αφήνει ορθάνοιχτη την προοπτική να αποκλείσει αριστερές πολιτικές δυνάμεις που αρνούνται να υποταχτούν στην αστική νομιμότητα τόσο σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση όσο και στις όποιες επόμενες. Εξάλλου, ο πρώην αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου που ανέλαβε την ηγεσία των «Ελλήνων» αποκάλυψε πόσο βαθιά συστημικά είναι τα φασιστικά μορφώματα κάθε είδους και την προστασία που απολαμβάνουν από το «βαθύ» αστικό κράτος και τους μηχανισμούς του.
Οι σχεδιασμοί, τα σενάρια, οι δημοσκοπήσεις και ψεύτικες κοκορομαχίες στα τηλεοπτικά πάνελ των εκπροσώπων των αστικών κομμάτων επιχειρούν να μεταφέρουν την πολιτική συζήτηση σε ανώδυνες πλευρές για το ντόπιο εξαρτημένο καπιταλιστικό σύστημα και να αποκρύψουν τα πραγματικά δεδομένα της «επόμενης μέρας» με όποια αστική κυβέρνηση προκύψει. Με ποια πολιτική θα βρεθούν αντιμέτωποι ο εργαζόμενος λαός και η νεολαία, καθώς το παγκόσμιο καπιταλιστικό – ιμπεριαλιστικό σύστημα βρίσκεται σε μόνιμη τροχιά ολομέτωπης επίθεσης στα δικαιώματα και την ίδια τη ζωή τους - και ιδιαίτερα στη χώρα μας αυτή η πολιτική «πολλαπλασιάζεται» καθώς πρέπει να υπηρετήσει τόσο τα ντόπια όσο και ξένα συμφέροντα.
Το γεγονός ότι η αναγγελία της ημερομηνίας των εκλογών και της «επίσημης» έναρξης της προεκλογικής περιόδου κατάφερε με τη βοήθεια των πρόθυμων για αυτό ρεφορμιστικών δυνάμεων και ιδιαίτερα του ΚΚΕ να σταματήσει τις μαζικές κινητοποιήσεις εργαζόμενων και νεολαίας αποτελεί μία προσωρινή επιτυχία του αστικού συστήματος.
Μέσα στους εργαζόμενους και τη νεολαία το ρήγμα με τις αστικές πολιτικές δυνάμεις και το σύστημα συνολικά μεγαλώνει και γίνεται όλο και πιο κατανοητό το γεγονός ότι χωρίς τις εργατικές – λαϊκές δυνάμεις στο προσκήνιο με οργάνωση και πάλη τίποτα το θετικό δεν μπορεί να προκύψει για τα εργατικά – λαϊκά συμφέροντα.