«Η διμερής σχέση ΗΠΑ-Ελλάδας έχει ισχυρή υποστήριξη σε όλα τα πολιτικά κόμματα τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στην Ελλάδα. Ενισχύθηκε με την πάροδο ετών συνεργασίας μεταξύ πολλαπλών διοικήσεων και κυβερνήσεων και στις δύο χώρες (…) Ανυπομονούμε να συνεχίσουμε να εμβαθύνουμε τη συνεργασία μας (…) Οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν την Ελλάδα ως έναν απαραίτητο σύμμαχο και εταίρο στο ΝΑΤΟ. Μαζί θα συνεχίσουμε να προάγουμε τους κοινούς μας στόχους για την ειρήνη και την ευημερία στην Ανατολική Μεσόγειο, στα Δυτικά Βαλκάνια, στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας (…)» (από την ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ μετά τις εκλογές της 21/5).
Χρσησιμοποιούμε ένα μεγάλο απόσπασμα από τη μετεκλογική ανακοίνωση των αμερικάνων ιμπεριαλιστών για να τονίσουμε αυτά που επισημαίνουν και απαιτούν μέσα σε λίγες γραμμές. Οι επισημάνσεις και οι απαιτήσεις τους δεν περιορίζονται μόνο στην επόμενη κυβέρνηση αλλά σε όλα τα αστικά κόμματα που έχουν υπηρετήσει με συνέπεια το καθεστώς της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Και καθορίζουν με απόλυτο τρόπο το πλαίσιο των απαιτήσεών τους σε Ανατολική Μεσόγειο, Δυτικά Βαλκάνια και… Μαύρη Θάλασσα (ένας διαφορετικός τρόπος για να περιγράψουν την άμεση συμμετοχή στον πόλεμο της Ουκρανίας και τη μόνιμη στράτευση ενάντια στη Ρωσία).
Οι απαιτήσεις των αμερικάνων ιμπεριαλιστών προς την ντόπια άρχουσα τάξη και το πολιτικό της προσωπικό για πλήρη ευθυγράμμιση με τους στόχους τους για «ειρήνη και ευημερία» (!!!) σε όλες τις διακεκαυμένες ζώνες, από πολέμους, ανταγωνισμούς και επεμβάσεις, της περιοχής, αποκαλύπτουν το μέγεθος των επικίνδυνων εξελίξεων που θα ξεδιπλωθούν το επόμενο διάστημα. Εξελίξεις σε όλα τα επίπεδα, από μεγαλύτερη εμπλοκή στον πόλεμο της Ουκρανίας και στις αντιθέσεις των Δυτικών Βαλκανίων (Κοσσυφοπέδιο, Σερβία, Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία) μέχρι τους αναγκαίους συμβιβασμούς σε Αιγαίο και Κύπρο με την τούρκικη αστική τάξη, για να ισχυροποιηθεί η νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ.
«Ανυπομονούν» οι φονιάδες των λαών καθώς επείγονται να κλιμακώσουν την επιθετική τους πολιτική στην περιοχή, στο πλαίσιο του αδυσώπητου ανταγωνισμού τους με τον ρώσικο ιμπεριαλισμό. Και απαιτούν να «εμβαθύνουμε τη συνεργασία μας» ενισχύοντας τα δεσμά της εξάρτησης, την αύξηση της στρατιωτικής τους παρουσίας στη χώρα, τη μετατροπή της σε πλατφόρμα πολεμικών εξορμήσεων.
Σχεδόν ταυτόχρονα με τις αμερικάνικες ανακοινώσεις δημοσιεύεται και η έκθεση της Κομισιόν της ΕΕ που θέτει τους όρους και το πλαίσιο της απαραίτητης δημοσιονομικής συμμόρφωσης για το επόμενο διάστημα. Βασικά σημεία της έκθεσης, που αποτελούν επιταγές πλήρους συμμόρφωσης και πρέπει να καταγραφούν στον προϋπολογισμό του 2024, είναι ο περιορισμός των όποιων αυξήσεων στις «πρωτογενείς δαπάνες» (περίθαλψη, εκπαίδευση, ασφάλιση, μισθοί υπαλλήλων, κοινωνικά επιδόματα) στο 2,6%. Αυτό σημαίνει ότι με βάση τον πληθωρισμό που προβλέπεται για το 2024 να κινείται στο 2,9% στην πραγματικότητα θα έχουμε μείωση των δημόσιων δαπανών, εκτός εκείνων που αφορούν τους τόκους για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Ενώ η ΕΕ απαιτεί να κοπούν άμεσα τα όποια μέτρα στήριξης πάρθηκαν από την κυβέρνηση της ΝΔ για την αντιμετώπιση των τεράστιων αυξήσεων στην ενέργεια.
Όλα τα παραπάνω και άλλα που ακολουθούν έχουν σαν στόχο τη δημιουργία για τα επόμενα τρία χρόνια πρωτογενών πλεονασμάτων, στο 2,1% του ΑΕΠ για το 2024, στο 2,3% για το 2025 και στο 2,5% για το 2026. Για να συνειδητοποιήσουμε τι σημαίνει αυτό και τι επιπτώσεις θα έχει στις πλάτες του εργαζόμενου λαού, αρκεί να παραθέσουμε ότι στόχος της κυβέρνησης για πρωτογενές πλεόνασμα το 2023 είναι στο 0,7% του ΑΕΠ. Έτσι, για να επιτευχθούν οι στόχοι των πλεονασμάτων που απαιτεί η ΕΕ, τρεις και τέσσερις φορές επάνω από τα τρέχοντα, θα απαιτηθούν όχι μόνο «μαχαίρι» σε όλες τις κοινωνικές δαπάνες αλλά κανονική λεηλασία του λαϊκού εισοδήματος, που ήδη χτυπιέται άγρια από την καπιταλιστική ακρίβεια και τη φοροληστεία που έχει επιβληθεί. Και καθώς η Κομισιόν της ΕΕ απαιτεί «ένα φορολογικό σύστημα φιλικό προς τις επενδύσεις ως μέρος του σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας», το οποίο μεταφράζεται σε φοροαπαλλαγές για το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο, προτρέπει την κυβέρνηση σε «διεύρυνση της φορολογική βάσης» με στόχευση στους αυτοαπασχολούμενους και «αναθεώρηση της τρέχουσας φορολογικής δομής» που τους αφορά.
Απόλυτα σχετικό με τα προηγούμενα είναι και τα εύσημα που απονέμει η Κομισιόν στην κυβέρνηση της ΝΔ για τη «διαχείριση της δημόσιας περιουσίας και των ιδιωτικοποιήσεων», το ξεπούλημα του πλούτου και των υποδομών της χώρας και απαιτεί τη «διατήρηση των εθνικών χρηματοδοτούμενων δημόσιων επενδύσεων» και «αποτελεσματική απορρόφηση των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης».
Τα συμπεράσματα που βγαίνουν από την έκθεση της Κομισιόν έχουν ήδη «αποκαλυφθεί» στην προεκλογική περίοδο από τις παρεμβάσεις των Παπαδόπουλου και Στουρνάρα. Δεν περισσεύει τίποτα για τον εργαζόμενο λαό και απαιτούνται νέες περικοπές και φοροεπιδρομές στο εισόδημά του για να επιχορηγηθεί το ξένο και ντόπιο κεφάλαιο είτε μέσω των «εθνικών επενδύσεων», είτε μέσω του «Ταμείου Ανάκαμψης», είτε μέσω των φοροαπαλλαγών.
Αυτή η αντιλαϊκή-αντεργατική πολιτική για να επιβληθεί πάνω στον εργαζόμενο λαό απαιτεί και τη διαμόρφωση ενός αντιδραστικού νομικού πλαισίου κτυπήματος των συνδικαλιστικών και πολιτικών ελευθεριών στους χώρους δουλειάς. Στην κατεύθυνση αυτή η Κομισιόν «βλέπει πρόοδο στην προώθηση της κωδικοποίησης της εργατικής νομοθεσίας» (βλέπε νόμο 4808, Χατζηδάκη) και επιμένει να απαιτεί «συνέχιση των μεταρρυθμίσεων». Δηλαδή νέα έφοδο στα εργατικά δικαιώματα στη δουλειά και στο δικαίωμα στην οργάνωση και τη διεκδίκηση.
Αυτό το αντιδραστικό πλαίσιο που καθορίζεται από τις ιμπεριαλιστικές επιταγές και τα δεσμά της εξάρτησης έχει ήδη δρομολογηθεί από την κυβέρνηση της ΝΔ και με την πλήρη αποδοχή των κομμάτων ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ πολύ πριν από τις εκλογές της 21ης Μάη. Είναι το ίδιο πλαίσιο που θα καθορίσει και τα χαρακτηριστικά των εξελίξεων μετά τις εκλογές της 25ης Ιούνη στο πολιτικό, οικονομικό και γεωστρατηγικό πεδίο. Είναι οι «ράγες» που πάνω τους πατάει η πολιτική του συστήματος της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και η κινητήρια δύναμη για να κλιμακωθεί η επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα και τους μικρομεσαίους.
Το ερώτημα που τίθεται είναι ποιος μπορεί να ανακόψει αυτή τη βαρβαρότητα που εξελίσσεται και θα επελαύνει μετά τις εκλογές της 25ης Ιούνη; Είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, το ΜέΡΑ25 ή μήπως η «Πλεύση Ελευθερίας» και η Ζωή Κωνσταντοπούλου, για να μείνουμε στα κόμματα του λεγόμενου «δημοκρατικού τόξου», ή μήπως οι προτάσεις και το «κοινοβουλευτικό έργο» ενός πιο ενισχυμένου ΚΚΕ;
Από την περίοδο της επιβολής των μνημονίων μέχρι σήμερα και με ό,τι έχει μεσολαβήσει είτε σε επίπεδο κυβερνήσεων είτε σε επίπεδο εργατικού – λαϊκού κινήματος, αυτό που έχει επιβεβαιωθεί είναι ότι το μόνο πραγματικό ανάχωμα στην επίθεση του συστήματος είναι η μαζική εργατική – λαϊκή πάλη και οι πολιτικές δυνάμεις που την ενισχύουν και πασχίζουν για την ανάπτυξή της, χωρίς κοινοβουλευτικές αυταπάτες και ανέξοδες «ταξικές κορόνες». Και αυτός ο δρόμος της Αντίστασης, της Διεκδίκησης, της Οργάνωσης είναι που πρέπει να ενισχυθεί για να έχουν πραγματικό αντίπαλο οι δυνάμεις του συστήματος.