Σαν έτοιμη από καιρό, η νέα κυβέρνηση της ΝΔ συγκροτήθηκε, διατάχθηκε και παρουσιάστηκε μόλις τελείωσαν οι εκλογές. Στο πρώτο Υπουργικό Συμβούλιο, οι ανακοινώσεις για τις εκατοντάδες «μεταρρυθμίσεις» και τα προαπαιτούμενα του Ταμείου Ανάκαμψης έδωσαν το σήμα της γενικευμένης επίθεσης ενάντια στον λαό, για την οποία «δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο». Εξάλλου, εκτός από την επίθεση στα εργασιακά-κοινωνικά-οικονομικά δικαιώματα του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας, υπάρχουν και οι δεσμεύσεις στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, που αποτυπώνονται και με πρόσωπα στο νέο Υπουργικό Συμβούλιο. Αυτές οι δεσμεύσεις θα εκδηλωθούν άμεσα σε πολιτικές ακόμα πιο επικίνδυνες για τον λαό και τη χώρα, για όλη την περιοχή.
Είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση του συστήματος της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης πράγματι «δεν θα χάσει χρόνο». Το επιβάλλει ο μαύρος ορίζοντας της κρίσης και των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που περιβάλλει τον πλανήτη, την περιοχή, τον λαό μας. Το επιβάλλουν οι απαιτήσεις των ξένων αφεντικών, που έσπρωξαν με όλους τους δυνατούς τρόπους για να προκύψει η αυτοδύναμη ΝΔ.
Δίπλα σε αυτή την κυβέρνηση, τον φορέα της αντιλαϊκής επίθεσης και της υπηρέτησης των ιμπεριαλιστικών αφεντικών, στέκεται η κάθε είδους «αντιπολίτευση». Στέκονται οι προσαρμοσμένοι των ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, που στελέχη τους κάνουν κιόλας δηλώσεις υποστήριξης της νέας κυβέρνησης! Στέκονται οι ακροδεξιές και φασιστικές δυνάμεις, που ανέλαβαν ήδη να «ανοίγουν δρόμο» προς πιο αντιδραστικές κατευθύνσεις στο κυβερνητικό έργο.
Η μαυρίλα, λοιπόν, της επόμενης μέρας είναι εδώ! Δεν μπορούσε να αποκρουστεί και να ανατραπεί στις κάλπες. Μπορεί, όμως, και πρέπει να αποκρουστεί στους δρόμους. Λαός και νεολαία δεν έχουν (αυτοί πραγματικά δεν έχουν) λεπτό για χάσιμο! Η συγκρότηση της μαζικής αντίστασης στην επίθεση, η πάλη ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση και τον πόλεμο, ο αγώνας ενάντια στην εντεινόμενη φασιστικοποίηση, πρέπει να μπουν στην πρώτη γραμμή. Η πρόταση κοινής δράσης και Συντονισμού για την ανάδειξη των μετώπων αυτών στην δυνατόν πιο πλατιά κλίμακα, είναι το πρώτο αναγκαίο και κρίσιμο βήμα που χρειάζεται να γίνει.
Νέα κυβέρνηση με προδιαγραφές ΗΠΑ και ιαχές επίθεσης
Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, που η...κύρια αξία της για τους ιμπεριαλιστές πάτρωνές της είναι η γεωπολιτική της θέση, στις δοσμένες συνθήκες του φουντώματος του πολέμου στην Ουκρανία και με τα παγκόσμια διακυβεύματα που αυτός ο πόλεμος έχει, προμηνύονται σοβαρές εξελίξεις σε αυτό ακριβώς το πεδίο. Το πεδίο των «αποστολών» που αναλαμβάνει για λογαριασμό των ΑμερικανοΝΑΤΟϊκών, έχοντας ήδη αναλάβει τον ρόλο της πολεμικής τους βάσης και του προγεφυρώματός τους. Εκκρεμεί, ωστόσο, η «διευθέτηση» των ελληνοτουρκικών σχέσεων, πάντα σύμφωνα με την «πολεμική συνοχή» που πρέπει να παρουσιάζει η ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Με βάση αυτή τη στόχευση, οι ΗΠΑ έσπρωξαν για να είναι κοντά χρονικά οι εκλογές στις δύο χώρες και ήδη ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε τη συνομιλία του συμβούλου Ασφάλειας, Σάλιβαν, με τον (νέο) «ομόλογό» του στην Τουρκία, Κιλίτς, κατά την οποία «τονίστηκε η σημασία της σταθερότητας στο Αιγαίο».
Σε αναφορά με αυτή την κατεύθυνση είναι προφανώς τόσο οι αλλαγές υπουργών στο ΥΠΕΞ και στο ΥΠΕΘΑ, όσο και η τοποθέτηση στο πρώτο ως υφυπουργού της Α. Παπαδοπούλου, που «ήρθε απευθείας» από την πρεσβεία της Ελλάδας στην Ουάσιγκτον! Σε αυτό το πλαίσιο υπάρχουν ήδη «ζυμώσεις» στον λεγόμενο δημόσιο διάλογο με παρεμβάσεις του ίδιου του Δένδια, που είναι ο νέος ΥΠΕΘΑ, για να αντιμετωπιστούν «προκαταβολικά» έως και σφοδρές αντιρρήσεις που μπορεί να εκδηλωθούν μέσα στις αστικές δυνάμεις, στον βαθμό που η επιδιωκόμενη διευθέτηση θα περιορίζει σημαντικά τους διαχρονικούς αστικούς μαξιμαλισμούς στην αντιδραστική αντιπαράθεση με την αστική τάξη της Τουρκίας. Η συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στο πλαίσιο της συνόδου του ΝΑΤΟ στη Λιθουανία έχει ήδη ανακοινωθεί και αποτελεί βήμα -θα δούμε πόσο «αποφασιστικό»- στην υλοποίηση αυτής της κατεύθυνσης.
Σε κάθε περίπτωση στο κεφάλαιο αυτό θα υπάρχουν διαρκείς και μεγάλες -έως καθοριστικές για την πολιτική κατάσταση στη χώρα- εξελίξεις. Αυτό το εγγυώνται αφενός οι ολοένα και μεγαλύτερες εντάσεις και κρίσεις στο πολεμικό πεδίο (ανατίναξη φράγματος, εκστρατεία Πριγκόζιν) που «ζητάνε» από τους πραγματικούς πρωταγωνιστές του μακελειού (ΗΠΑ, ΝΑΤΟ από τη μια, Ρωσία από την άλλη) να κλιμακώσουν την επιθετικότητα και τους τυχοδιωκτισμούς τους. Αφετέρου, το «εγγυάται» η λεγόμενη «στρατηγική πρόσδεση» της άρχουσας τάξης της χώρας στο αμερικάνικο άρμα, που με όλους τους δυνατούς τρόπους έχει συνδέσει την ίδια της την ύπαρξη με τους πολεμικούς σχεδιασμούς των ΑμερικανοΝΑΤΟϊκών έναντι του ρώσικου ιμπεριαλισμού.
Όλα τα παραπάνω καθόλου δεν σημαίνουν, βέβαια, ότι στη σύνθεση της νέας κυβέρνησης δεν υπάρχουν οι κατευθυντήριες εντολές των ιμπεριαλιστών της ΕΕ. Υπάρχουν και με το παραπάνω και ως πολιτικά πρόσωπα και ως πολιτικές που θα εφορμήσουν ενάντια στον λαό. Εξάλλου, η επιδίωξη η χώρα να γίνει νεκροταφείο εργασιακών, κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών είναι κοινή για όλα τα ξένα και ντόπια αφεντικά. Σε σχέση με αυτή την πλευρά, θα μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε την «τριάδα» (Χατζηδάκης, Χρυσοχοΐδης, Γεωργιάδης) που ανέλαβε βαριές αντιδραστικές αποστολές στα αντίστοιχα βασικά υπουργεία (Οικονομίας, Υγείας, Εργασίας), αλλά θα «αδικούσαμε» όλους τους άλλους! Που ο καθένας και όλοι τους -από τους «κεντρικούς» της Επικρατείας (στους οποίους αναβαθμίστηκε και ο Βορίδης για προφανείς πολιτικούς λόγους) μέχρι το νεοσύστατο και με πρόδηλους αντιδραστικούς στόχους υπουργείο «Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας»- υπηρετούν την ενιαία αντιδραστική πολιτική του συστήματος της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης.
Για τι καλείται να παλέψει ο λαός;
Γι’ αυτό και πριν αρχίσει πάλι ο απολίτικος χορός των προτάσεων που απαιτούν την «παραίτηση» του τάδε ή δείνα υπουργού, προτάσεων που εκφέρονται με τον πιο «ριζοσπαστικό στόμφο» συνήθως από δυνάμεις του αριστερού εξωκοινοβουλίου, θα σπεύσουμε να επισημάνουμε δύο βασικά για μας πολιτικά στοιχεία.
Πρώτον, το σύστημα της εξάρτησης και της εκμετάλλευσης παραδέρνει σε αξεπέραστη κρίση, στα πιο μεγάλα αδιέξοδά του. Αυτά τα αδιέξοδα όλο και περισσότερο τα φορτώνει στον λαό και στη νεολαία, χτυπώντας τα πιο στοιχειώδη δικαιώματά τους στη ζωή και στη δουλειά. Τα αδιέξοδα αυτά είναι κοινά για όλες τις πολιτικές δυνάμεις του συστήματος, κανένα αστικό κόμμα δεν μπορεί να έχει «εναλλακτική» πολιτική έξω από το πλαίσιο που ορίζουν τα ιμπεριαλιστικά αφεντικά τους, που είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο υπάρχει και αναπαράγεται η άρχουσα τάξη της χώρας. Στη βάση αυτή, η πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησης (πόσο μάλλον του κάθε υπουργείου) είναι η πολιτική αυτού του συστήματος. Δεν είναι «παρεκτροπή» από (ποια;) «ομαλότητα», δεν είναι «ιδεολογική εμμονή» αυτής ή εκείνης της κατεύθυνσης.
Δεύτερον, οι αγώνες του λαού και της νεολαίας δεν μπορούν συνεπώς να έχουν «στόχο» την παραίτηση ενός υπουργού ή την αλλαγή της κυβέρνησης. Ένας τέτοιος «στόχος» σημαίνει ότι οι όποιοι αγώνες και κινητοποιήσεις «βασίζονται» σε αυταπάτες, αναφέρονται σε άλλες αστικές δυνάμεις, είναι έτοιμες να «αδειαστούν» ακόμα και από έναν …κυβερνητικό ανασχηματισμό! Ο στόχος των αγώνων είναι η κυβερνητική πολιτική! Η αντίσταση σε αυτήν, η ανατροπή μέτρων και πλευρών της, η διεκδίκηση δικαιωμάτων και κατακτήσεων. Αυτός είναι ο μόνος στόχος που μπορεί να φέρει θετικά αποτελέσματα, να αποσπάσει νίκες για τα λαϊκά συμφέροντα. Αυτός είναι και ο μόνος στόχος που πραγματικά συγκροτεί τον λαό και τη νεολαία σε δύναμη πάλης απέναντι στο σύστημα! «Επικίνδυνο» (για να χρησιμοποιήσουμε την αγαπημένη ορολογία των αυταπατών) δεν είναι το κίνημα που αναζητά τον «καλό» διαχειριστή ενός υπουργείου ή συνολικά της κυβέρνησης. «Επικίνδυνο» είναι το κίνημα και η πάλη που συγκροτούνται στον αντίποδα αυτών των αυταπατών, που συγκροτούνται σε βάση πολιτικής χειραφέτησης από όλες τις αστικές δυνάμεις και τα κόμματα του συστήματος. Αυτή είναι θεμελιώδης προϋπόθεση για να συγκροτηθεί η εργατική τάξη, ο λαός και η νεολαία στην κατεύθυνση της επαναστατικής προοπτικής τους.
Οι πολιτικές διεργασίες και η ταξικότητά τους
Όλα τα παραπάνω είναι ίσως πιο προφανή τώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε περιδίνηση μετά και τη δεύτερη βαριά εκλογική ήττα του, που επικύρωσε την εκλογική συντριβή που υπέστη τον Μάη. Το δεδομένο αυτό θέτει με έναν τρόπο πιο «ανοιχτά» την έτσι κι αλλιώς προϋπάρχουσα ανάγκη. Την ανάγκη να συγκροτηθούν μαζικοί αγώνες αντίστασης και διεκδίκησης στη βάση των συμφερόντων και των δικαιωμάτων λαού και νεολαίας, χωρίς να υπάρχει η ψευδαίσθηση της αναγωγής αυτών των αγώνων σε ένα αστικό κόμμα που θα τους «δικαιώσει» (ή θα «ανοίξει τον δρόμο της δικαίωσής τους») με την ανάληψη από αυτό της κυβερνητικής εξουσίας.
Αυτή την υποτιθέμενη εκδοχή της «προοπτικής» των αγώνων δεν μπορεί να την επικαλεστεί στα σοβαρά κανείς τώρα. Αλλά βέβαια, η κατεύθυνση του οπορτουνισμού και των δυνάμεων του συμβιβασμού δεν αλλάζει με βάση τα δεδομένα. Παρουσιάζει τα εκάστοτε δεδομένα με βάση τη δική του οπτική, με βάση τα δικά του χαρακτηριστικά, τη δική του «φύση». Ας δούμε λοιπόν πως διαμορφώνονται αυτά τα ζητήματα αμέσως μετά τις εκλογές της 25ης Ιούνη.
Στον ΣΥΡΙΖΑ φουντώνουν καθημερινά οι διεργασίες που αφορούν το μέλλον του, την ίδια την ύπαρξή του. Η παραίτηση Τσίπρα, που η μελλοντική του πορεία αφήνει ερωτηματικά μετά τη δήλωσή του ότι θα είναι παρών και μετά το Συνέδριο, και η πρότασή του για «νέο ΣΥΡΙΖΑ» και επανίδρυσή του επιταχύνει τις εξελίξεις και προσπαθεί να θέσει το μέλλον αυτού του κόμματος σε νέα βάση, ώστε να ανταποκριθεί στην απαίτηση της αποκαλούμενης μεσαίας τάξης, αλλά (όπως φάνηκε και στα χρόνια της διακυβέρνησής του) και μεγαλοαστικών μερίδων που στήριξαν τις ελπίδες τους σε αυτό (εν μέσω κρίσης και μνημονίων και με δεδομένη την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ), ώστε όχι μόνο να περισωθούν από την κρίση, αλλά και να διασφαλίσουν το μερίδιο που θεωρούν ότι τους αναλογεί στην «ανασυγκρότηση» της χώρας και στα πακέτα του Ταμείου Ανάκαμψης.
Είναι φανερό ότι στη δεξιότερη μετατόπιση του πολιτικού σκηνικού, αλλά και τις αυξημένες απαιτήσεις των ιμπεριαλιστών, η ανασυγκρότηση αυτή απαιτεί να πεταχτούν βαρίδια «αριστερού λόγου» και να επικεντρωθεί στην προσπάθεια προσεταιρισμού ντόπιων και ξένων κέντρων, φυσικά με ακόμη πιο δεξιό πολιτικό στίγμα. Τίθενται μια σειρά ζητήματα για το πώς ο ΣΥΡΙΖΑ θα αντιμετωπίσει το ΠΑΣΟΚ, που διεκδικεί και αυτό τον ίδιο ρόλο. Τίθενται ερωτήματα για τον χρόνο των όποιων αλλαγών, για το συνέδριο κοκ σε συνάρτηση και με το ζήτημα των τοπικών εκλογών που είναι πολύ κοντά (5 και 12 Οκτώβρη), που θα αποτελέσουν άλλη μια δοκιμασία για το κόμμα αυτό, που δεν έχει διαμορφώσει «βάσεις» σε Δήμους και Περιφέρειες. Για όλες αυτές τις διεργασίες και όπως και να εξελιχθούν, πρέπει να είναι καθαρά κάποια βασικά δεδομένα. Ότι γίνονται υπό την επίβλεψη-καθοδήγηση των κέντρων εξουσίας του συστήματος. Ότι ο στόχος που έχουν είναι να αντιμετωπίσουν το πολιτικό πρόβλημα του συστήματος, που ξέμεινε από «δεύτερο πυλώνα» και ξέρει πως όσο και να στηρίξει τον Μητσοτάκη, όσο «μεγάλο ηγέτη» και να τον εμφανίσει, είναι τουλάχιστον προβληματικό να πορεύεται με ένα κόμμα και «κάποια μικρότερα». Αυτός είναι και ο διακηρυγμένος στόχος του Τσίπρα και όλων των ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Συνεπώς, οι διεργασίες στον ΣΥΡΙΖΑ είναι πολιτικές διεργασίες που αναζητούν απαντήσεις και πολιτική ενίσχυση για λογαριασμό του εξαρτημένου καπιταλισμού. Δεν αφορούν τον λαό και την πάλη του ή πιο σωστά, τον αφορούν από την ανάποδη!
Η ηγεσία του ΚΚΕ, αμέσως μετά το κλείσιμο της κάλπης, δια στόματος Κουτσούμπα και με ανακοίνωση του ΠΓ του κόμματος αυτού στις 26/6 έσπευσε να δηλώσει πως «το ΚΚΕ θα παρακολουθεί ενεργά τη συζήτηση που αντικειμενικά θα ανοίξει και στις πολιτικές εξελίξεις, τις διεργασίες που θα δρομολογηθούν σε ΣΥΡΙΖΑ, ίσως και σε ΠΑΣΟΚ, όπως και σε άλλες μικρότερες πολιτικές δυνάμεις». Ταυτόχρονα έσπευσε στην ίδια ανακοίνωση να δηλώσει πως «η πολιτική μάχη που ξεχωρίζει είναι αυτή των δημοτικών περιφερειακών εκλογών». Αυτή είναι η «100%» αντιπολίτευση που υποσχόταν η ηγεσία του κόμματος αυτού. Αυτό που «ξεχωρίζει» είναι να πάρει ό,τι μπορεί από τα ξέφτια των διεργασιών στα αστικά κόμματα και να πετύχει καλύτερο συσχετισμό στις τοπικές εκλογές του Οκτώβρη. Όλο αυτό διανθίζεται, βέβαια, και με αναφορά σε «αγώνες», που ωστόσο δεν είναι αγώνες, αλλά χάπενινγκ, σαν αυτό που η ηγεσία αυτή επέλεξε να κάνει για το μέγα ζήτημα των προστίμων και της πολιτικής αφίσας. Έστειλε την ΚΝΕ έξω από το Δημαρχείο της Αθήνας να πετάξει φυλλάδια των υποψηφίων της ΝΔ, κρύβοντας έτσι την άρνησή της να αντιταχθεί και στο πρόστιμο και συνολικά στην απαγόρευση αυτή που θέλει να φιμώσει το λαϊκό κίνημα.
Ανάλογες απόψεις εκδηλώνονται ήδη από τον χώρο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η ανακοίνωση της ΚΕ του ΣΕΚ της 26/6 μας πληροφορεί πως «η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κάτι αδιάφορο για τον κόσμο της Αριστεράς… είναι μια κρίση που βαραίνει πάνω στον κόσμο που θέλει να παλέψει…». Στην ίδια ανακοίνωση, η «αριστερή» (τρομάρα τους) κριτική στο ΚΚΕ είναι γιατί στις εκλογές δεν έβαλε στόχο «την ήττα της ΝΔ»! Πρόκειται για μια κριτική από τα δεξιά, μια κριτική που μέμφεται την ηγεσία του ΚΚΕ γιατί δεν καλλιέργησε περισσότερες κοινοβουλευτικές αυταπάτες. Η κριτική αυτή, βέβαια, ταιριάζει μια χαρά με τη θέση που καλεί τον κόσμο του αγώνα να συμμεριστεί την κρίση του ΣΥΡΙΖΑ. Τον καλεί να μην τη δει ως κρίση των αυταπατών, ως κρίση του ίδιου του συστήματος που κάτω από το βάρος των αδιεξόδων του δεν μπορεί να παρουσιάζει «εναλλακτικό πολιτικό πρόσωπο». Και τελικά ο κόσμος του αγώνα, σύμφωνα με το ΣΕΚ, «πρέπει» να θεωρήσει το ξεπέρασμα της κρίσης του ΣΥΡΙΖΑ, σαν αναγκαία προϋπόθεση για να υπάρξουν αγώνες!
Συνοψίζοντας, καταρχάς, για όλα αυτά που θα αποτελούν το επόμενο διάστημα ζήτημα πάλης μέσα στο κίνημα, στον λαό και στη νεολαία, επισημαίνουμε ότι υπάρχουν και θα εξελιχθούν δύο ταξικά αντίθετες πολιτικές διεργασίες που (ψευδεπίγραφα για τη μια) θα αναφέρονται στην υπόθεση του κινήματος και της Αριστεράς.
Η μια αφορά στις εξελίξεις στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό, στη λεγόμενη «κεντροαριστερά» των ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και με επίκεντρο τον ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται, όπως ήδη αναφέραμε, για μια εξέλιξη που θα υπάρξει με την καθοδήγηση και για λογαριασμό του συστήματος. Σαν φάντασμα των ηττημένων αυταπατών, αυτή η διεργασία χρησιμοποιείται ήδη σε διάφορες εκδοχές από τις δυνάμεις του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού για να μπλοκάρει την υπόθεση του λαού και της πάλης του.
Η δεύτερη αφορά στη διεργασία για τη συγκρότηση και ανάπτυξη μαζικών αγώνων. Τα ερωτήματα των στόχων πάλης αυτών των αγώνων είναι ένα βασικό στοιχείο αυτής της διεργασίας. Και το κεντρικό της πολιτικό ζήτημα είναι να εξελιχθεί χωρίς «να περιμένει» τη διεργασία στον ΣΥΡΙΖΑ και στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Χωρίς να «υπάγεται» πολιτικά στην προσμονή της «ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ», χωρίς να αναζητά πολιτική κηδεμονία από δυνάμεις και παράγοντες του συστήματος. Να εξελιχθεί και να δώσει αποτελέσματα στο πεδίο της πάλης. Αυτός είναι και ο μόνος τρόπος «παρέμβασης» στην άλλη διεργασία από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής τάξης και του λαού. Η ίδια η πάλη που θα αναπτύσσεται θα αποτελεί την πιο πραγματική δύναμη, που θα μπορεί να απαντά πολιτικά, αγωνιστικά, κινηματικά σε έναν κόσμο που το αστικό πολιτικό σύστημα τον θέλει εγκλωβισμένο σε προσμονές και αυταπάτες για «λύσεις» που θα του φέρουν αστικές πολιτικές δυνάμεις. Σε αυτή τη διεργασία θα παρέμβει με όλες του τις δυνάμεις το ΚΚΕ(μ-λ) και στη βάση της πρότασης κοινής δράσης και Συντονισμού που έχει καταθέσει.