Στις 27-28 Οκτωβρίου 1922 ο Μουσολίνι ξεκίνησε την περίφημη «πορεία προς τη Ρώμη» που τον οδήγησε στην ηγεσία του ιταλικού κράτους και την επιβολή της φασιστικής δικτατορίας. Στις 24 του Ιούνη 2023 ο Πριγκόζιν ξεκίνησε τη δική του «πορεία προς τη Μόσχα» με τις δικές του ιδιαίτερες επιδιώξεις.
Μόνο που, πέρα από τις όποιες ομοιότητες, υπάρχουν και ορισμένες σημαντικές διαφορές. Ο Μουσολίνι δεν είχε μόνο τους μελανοχίτωνές του. Είχε τη στήριξη των γαιοκτημόνων του νότου, των βιομηχάνων του βορρά, του παλατιού, της εκκλησίας (Βατικανό). Ταυτόχρονα ο διεθνής περίγυρος, με τις αστικές τάξεις να έχουν θορυβηθεί από την Οκτωβριανή Επανάσταση, διάκεινταν ευνοϊκά απέναντι σε κάθε εγχείρημα ενάντια στους «κόκκινους».
Οι εκδοχές του πράγματος
Είχε τέτοια στήριξη ο Πριγκόζιν; Και ειδικότερα, τι τον οδήγησε σε μια τέτοια κίνηση; Ας προσπεράσουμε κατ’ αρχάς τα προσχήματα που επικαλέστηκε, ότι ο ρωσικός στρατός βομβάρδισε το στρατόπεδο της Βάγκνερ, καθώς κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να έχει καμιά λογική.
Γενικότερα θα μπορούσε να διακρίνει κανείς τρεις εκδοχές. Πρώτο, ότι η κίνησή του αποτελούσε έκφραση των διαφωνιών που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της ρωσικής πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής ελίτ. Δεύτερο, ότι το κύριο κίνητρό του ήταν οι προσωπικές του φιλοδοξίες και προχώρησε υπερτιμώντας το ρόλο και τις δυνατότητές του. Τρίτο, ότι έχουν ανάμειξη στο εγχείρημα και δυτικοί παράγοντες, όπως κατήγγειλε ο Μεντβέντεφ. Θα μπορούσε να προστεθεί και η εκδοχή του συνδυασμού όλων αυτών των παραγόντων και ιδιαίτερα των δύο πρώτων.
Τα γεγονότα
Όπως και να ’χει, τα γεγονότα ακολούθησαν το δικό τους δρόμο. Οι άνδρες της Βάγκνερ κατέλαβαν το στρατιωτικό αρχηγείο του Ροστόφ και ένα τμήμα τους (λέγεται για 5.000 άνδρες) άρχισε να βαδίζει προς τη Μόσχα.
Στη συνέχεια είχαμε το διάγγελμα Πούτιν που μίλησε για προδοσία και για πισώπλατη μαχαιριά στο σώμα της Ρωσίας και ανήγγειλε την απόφασή του να συντρίψει τους πραξικοπηματίες. Ακολούθησαν ώρες μεγάλης έντασης και πλήθος ερωτημάτων για το τι μέλλει γενέσθαι. Και πριν τα πράγματα φτάσουν στα άκρα ήρθε η μεσολάβηση Λουκασένκο, το αποτέλεσμα της οποίας ήταν η ανακοίνωση Πριγκόζιν ότι οι δυνάμεις της Βάγκνερ σταματούν κάθε κίνησή τους και επιστρέφουν στα στρατόπεδά τους. Το ποια ανταλλάγματα προσφέρθηκαν στον Πριγκόζιν (αν προσφέρθηκαν) μένει να το δούμε. Από τη μεριά μου θα ήθελα να σταθώ σε δύο πράγματα.
Πρώτον, ότι στην κίνησή του ο Πριγκόζιν δεν βρήκε τη στήριξη από άλλες δυνάμεις που ίσως προσδοκούσε ή και του είχαν υποσχεθεί.
Δεύτερον, έχει μάλλον ιδιαίτερη σημασία ένα σημείο στην ανακοίνωση Πριγκόζιν όταν λέει «κινηθήκαμε ώς τώρα χωρίς να χύσουμε ούτε μια σταγόνα ρωσικό αίμα (…) σταματάμε γιατί τα πράγματα φθάσανε στο σημείο που μπορεί πλέον να χυθεί ρωσικό αίμα». Θεωρώ πολύ πιθανό να του επισημάνθηκε ότι αν συνεχίσει θα τον χτυπήσουν. Αντιλαμβανόμενος συνεπώς ότι τα πράγματα θα φτάσουν στο σημείο που δεν έχει επιστροφή και μη έχοντας βρει τη στήριξη που περίμενε, θεώρησε πιο «φρόνιμο» να αναδιπλωθεί.
Βάγκνερ και Πριγκόζιν
Χρειάζεται να σημειώσουμε δυο-τρία πράγματα για τη Βάγκνερ, αν και πλέον όλα είναι λίγο-πολύ γνωστά.
Η Βάγκνερ υπήρξε δημιούργημα του ρωσικού κράτους και ειδικότερα των μυστικών υπηρεσιών και με στόχο να διεκπεραιώνει τις βρόμικες δουλειές του ρωσικού ιμπεριαλισμού. Επικεφαλής της τοποθετήθηκε ο Πριγκόζιν, ρώσος ολιγάρχης που αναδείχθηκε με τους γνωστούς τρόπους που ίσχυσαν στη Ρωσία μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Τυχοδιωκτικό στοιχείο με σκοτεινό παρελθόν και συνεπώς ο «σωστός» άνθρωπος στη σωστή θέση. Μόνο που τέτοιες επιλογές αποδείχνονται πολλές φορές δίκοπο μαχαίρι.
Με αυτούς τους όρους η Βάγκνερ έδρασε στην Αφρική, στη Συρία και εν τέλει «δοξάστηκε» στα πεδία των μαχών στην Ουκρανία. Το αποτέλεσμα ήταν να αποκτήσει αυξημένο κύρος, μέχρι του σημείου ο Πριγκόζιν να απευθύνεται με τους πιο προσβλητικούς χαρακτηρισμούς στην ηγεσία του ρωσικού στρατού.
Το ευρύτερο πλαίσιο
Ας πάμε όμως λίγο πιο «βαθιά» και ας δούμε το ευρύτερο πλαίσιο του πράγματος. Αυτό που αφορά την αστική τάξη της Ρωσίας, τη σύσταση, την υφή, τα χαρακτηριστικά της.
Μια αστική τάξη με ιστορία μόλις τριάντα χρόνων ως τέτοια, τη στιγμή που οι αντίστοιχες, λ.χ., αστικές τάξεις της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, των ΗΠΑ έχουν μια ιστορία μερικών αιώνων. Μια τάξη που διαμορφώθηκε την πρώτη περίοδο μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης μέσα από το πλιάτσικο και με μεθόδους καθαρά μαφιόζικες.
Ήταν η περίοδος Γιέλτσιν (δεκαετία 1990), όπου οι πιο αδίστακτοι, επιτήδειοι, με διασυνδέσεις με τους μηχανισμούς του κράτους άρπαξαν τον πλούτο που είχαν παράξει οι λαοί της Σοβιετικής Ένωσης. Σημαντική παράμετρος, οι διασυνδέσεις πολλών εξ αυτών με τη Δύση, η οποία ενθάρρυνε και πριμοδοτούσε τις διαλυτικές τάσεις στη Ρωσία. Απέναντι σε μια εξέλιξη που όχι άδικα χαρακτηρίστηκε σαν μια μορφή «ιστορικής αυτοκτονίας» μιας μεγάλης δύναμης υπήρξαν αντιδράσεις. Βασικά από δυνάμεις του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος που είχε πρωτοεμφανιστεί ως ομάδα «Σογιούζ» την περίοδο Γιέλτσιν. Το αποτέλεσμα ήταν ο παραμερισμός του Γιέλτσιν και η ανάδειξη στην προεδρία του Πούτιν με στόχο την ανασυγκρότηση της ρωσικής ισχύος.
Χρησιμοποιώντας την κρατική ισχύ ο Πούτιν επέβαλε στους ολιγάρχες ένα νέο «συμβόλαιο» με καθιέρωση κανόνων, αποκοπή από τη δυτική χειραγώγηση, υπηρέτηση των ρωσικών συμφερόντων. Υπήρξε μια σχετική ομαλοποίηση, αλλά όχι χωρίς σκιές και προβλήματα. Η ρωσική αστική τάξη εξακολουθούσε να είναι μια τάξη «χωρίς ιστορία», μια τάξη υπό διαμόρφωση, χωρίς τις σταθερές, τις δομές, την «ιεραρχία» και τους διακριτούς ρόλους στο πλαίσιό της.
Η όποια συνοχή της όφειλε πολλά στο ρόλο του κράτους, των μηχανισμών του, του στρατού και κύρια των μηχανισμών τής προεδρίας. Υπό «ομαλές», ας το πούμε έτσι, συνθήκες το σχήμα λειτουργούσε αποτελεσματικά.
Η μεγέθυνση των απαιτήσεων
Μόνο που στις συνθήκες που διαμόρφωναν οι παγκόσμιες εξελίξεις αναδείχνονταν κάθε τόσο ζητήματα όλο και μεγαλύτερων απαιτήσεων.
Το κύριο και κρίσιμο ζήτημα ήταν η διαρκής αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ-Δύση. Μια αντιπαράθεση που κορυφώθηκε στην περίπτωση της Ουκρανίας. Θεωρώ ότι στη Ρωσία δεν θέλανε μια αντιπαράθεση τέτοιας κλίμακας. Μόνο που η επιθετικότητα των ΗΠΑ-Δύσης δεν άφηνε πολλά περιθώρια, ενώ δεν είχαν δεδομένη και τη στήριξη της Κίνας.
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν, πόσες και τι είδους διαφωνίες υπήρξαν στο πλαίσιο της ρωσικής ελίτ. Το γεγονός είναι ότι στις 24-02-2022 ο ρωσικός στρατός εισέβαλε στην Ουκρανία. Απ’ εκεί και πέρα φαίνεται σαν πολύ πιθανό τα λάθη, τα προβλήματα, οι δυσκολίες, οι απώλειες που υπήρξαν αλλά και το μέγεθος του ζητήματος που έθεσε η ανοιχτή παρέμβαση των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ να ενεργοποίησαν και να όξυναν διαφωνίες και αντιθέσεις στο πλαίσιο της ρωσικής ελίτ.
Σ’ αυτό το πλαίσιο ο Πριγκόζιν, οι φιλοδοξίες του οποίου είχαν υπέρμετρα μεγεθυνθεί, θεώρησε ότι θα μπορούσε να παίξει το ρόλο του καταλύτη που θα οδηγούσε στην αλλαγή κατάστασης έως, ίσως, και την ανατροπή του Πούτιν.
Για την επόμενη μέρα
Απ’ εδώ και πέρα. Το κρίσιμο ζήτημα βρίσκεται στο αν η ηγετική ομάδα (Πούτιν) θα μπορέσει να αποκαταστήσει το ήδη τραυματισμένο κύρος της και τον κυρίαρχο ρόλο της. Θα φανεί κατ’ αρχάς από τα «ανταλλάγματα» -αν υπάρχουν τέτοια- που θα δοθούν στον Πριγκόζιν, αλλά και πώς θα αντιμετωπιστεί συνολικά η Βάγκνερ. Ίσως μεγαλύτερη σημασία έχει το πώς θα αντιμετωπιστούν οι «αφανείς» υποστηρικτές του Πριγκόζιν και πώς θα «διευθετηθούν» οι αντιθέσεις και οι ισορροπίες στο πλαίσιο συνολικά της ρωσικής ελίτ.
Όσον αφορά το ζήτημα της Ουκρανίας και της αντιπαράθεσης με ΗΠΑ-Δύση. Εκείνο που για την ώρα μπορεί να ειπωθεί είναι πως ο ρωσικός ιμπεριαλισμός δεν έχει τα περιθώρια μιας ακόμη ιστορικής «αυτοκτονίας». Μια ταπεινωτική υποχώρηση-ήττα στο ουκρανικό μέτωπο θα έθετε έως και υπαρξιακό ζήτημα για τη Ρωσία.
Αυτό διαφαίνεται πως θα αποτελέσει το κριτήριο που θα βαρύνει στο πώς θα αντιμετωπιστεί το όλο ζήτημα -αν μπορέσει να αντιμετωπιστεί- στο πλαίσιο της ρωσικής ελίτ. Σε οποιαδήποτε άλλη εκδοχή οι εξελίξεις θα είναι ανεξέλεγκτες και επικίνδυνες και όχι μόνο για τη Ρωσία.