Η περίοδος στην οποία έχουμε μπει είναι ιδιαίτερα μελανή και δύσκολη για τη ζωή του λαού μας, για τους εργαζόμενους και τη νεολαία σε όλα τα επίπεδα και πλευρές της ζωής. Αποτέλεσμα τόσο των νέων κύκλων της επίθεσης των ντόπιων και ξένων αφεντικών όσο και των συνεπειών που παράγει ένα σύστημα που σαπίζει και δολοφονεί.
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι και μια περίοδος ιδιαίτερα απαιτητική για όλες εκείνες τις δυνάμεις που δηλώνουν πως θέλουν να υπηρετήσουν τη λαϊκή υπόθεση και το κίνημα. Μέσα στις μόνιμες στοχεύσεις και επιδιώξεις του ΚΚΕ(μ-λ) ήταν και είναι και η επίτευξη της όσο το δυνατόν μεγαλύτερης συσπείρωσης λαού, εργαζόμενων, νεολαίας, που ν’ αποτελέσουν μια κρίσιμη μαγιά μάχης απέναντι στα – πολλά και σοβαρά – μέτωπα που ανοίγει καθημερινά η αστική τάξη κι ο ιμπεριαλισμός. Γι αυτόν ακριβώς το λόγο έχει απευθύνει πρόταση συντονισμού και κοινής δράσης σε μια σειρά δυνάμεις, μια πρόταση με πολύ συγκεκριμένες στοχεύσεις πάλης. Γι’ αυτό το λόγο απευθύνει και καλέσματα κοινής δράσης μπροστά στα νέα σοβαρά μέτωπα που προκύπτουν.
Το τελευταίο διάστημα, το ΚΚΕ(μ-λ) απηύθυνε τέτοιες προτάσεις με συσκέψεις που κάλεσε στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις. Για τα 50 χρόνια απ΄ την εξέγερση του Νοέμβρη του ’73 και για το παλαιστινιακό ζήτημα.
Με στόχο τη συνδιοργάνωση σημαντικών πολιτικών εκδηλώσεων όσον αφορά το πρώτο, για να προβληθεί πως το πνεύμα και τα μηνύματα του Νοέμβρη αποτελούν και την πραγματική διέξοδο για το λαό σήμερα, στον αντίποδα της προβολής πλήθους συστημικών «εναλλακτικών» που γεννούν αυταπάτες και σπέρνουν την απογοήτευση. Και για να γίνουν αυτές οι εκδηλώσεις βήμα προς το συντονισμό και την κοινή δράση σε συγκεκριμένα μέτωπα και με συγκεκριμένους στόχους πάλης.
Όσον αφορά το Παλαιστινιακό, το κάλεσμα είχε σαν βασικό στόχο να επιτευχθεί ένας πραγματικός συντονισμός όλων των δυνάμεων, που να συναποφασίσει κινητοποιήσεις αλληλεγγύης στον παλαιστινιακό λαό και καταδίκης της γενοκτονίας του κράτους – δολοφόνου του Ισραήλ. Αλλά και για ν΄ ανοίξει, όσο πιο ουσιαστικά μπορεί, τη συζήτηση για το ζήτημα.
Η ανταπόκριση στα καλέσματα αυτά ήταν γενικά αρνητική.
Η πρόταση για τα 50χρονα συνάντησε είτε αρνήσεις είτε αντιπροτάσεις που οδηγούσαν σε εκδηλώσεις με άλλο χαρακτήρα (στην «καλύτερη» περίπτωση επετειακές, στη χειρότερη «ξεχειλωμένες» πολιτικά) ή συνάντησε ακόμα και… απαξίωση απάντησης ώστε να μη γίνει κατορθωτό να προβληθεί με όσο γίνεται πιο μαζικούς όρους πως Ο ΝΟΕΜΒΡΗΣ (και όχι άλλες «διέξοδοι») ΕΙΝΑΙ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ. Από την άλλη, η ουσιαστική άρνηση της πρότασης όσον αφορά το Παλαιστινιακό ανέδειξε την άκρως προβληματική κατάσταση που κυριαρχεί σήμερα στον εξωκοινοβουλευτικό χώρο.
«Προσπερνώντας» τη «φτωχή» ανταπόκριση συμμετοχής (επιεικής χαρακτηρισμός) των περισσότερων δυνάμεων στις συσκέψεις που καλέσαμε στην Αθήνα (πολιτικοί και όχι «πρακτικοί» είναι οι λόγοι της μη συμμετοχής ή της υποτίμησης από πολλές δυνάμεις που κλήθηκαν), τη στιγμή που ένας λαός αντιστέκεται και σφάζεται και που όλες οι δυνάμεις τον επικαλούνται και στέκονται αλληλέγγυες, ο κατακερματισμός και ο «διαγκωνισμός» καλά κρατεί. Δημιουργώντας μια κατάσταση ψευδεπίγραφων και αυτοαναφορικών «συντονισμών», που όχι μόνο δεν συμβάλλουν αλλά και παρεμποδίζουν τη μαζική εμπλοκή λαού και νεολαίας σε κινητοποιήσεις (στο κέντρο και στις γειτονιές), σε εκδηλώσεις, σε άλλες μαζικές δράσεις. Μια εμπλοκή λαού που αποτελεί και το βασικό ζητούμενο! Όχι μόνο ως έκφραση αλληλεγγύης σ΄ έναν λαό που μάχεται, αλλά συνδέοντάς την και με την ίδια του την πάλη.
Το αποτέλεσμα είναι να μην έχει κατορθωθεί καν να καλέσουν από κοινού σε μια κινητοποίηση που θα συναποφασίσουν να οργανώσουν την ίδια… ημέρα και ώρα. Πολύ περισσότερο δεν έγιναν δεκτές άλλες προτάσεις που θέσαμε και στις συσκέψεις, όπως το να γίνουν μαζικές κινητοποιήσεις σε γειτονιές ή να οργανωθεί μια μεγάλη συναυλία. Ταυτόχρονα, αυτό που κυριάρχησε ήταν το «σύρσιμο» πίσω απ΄ τις «πρωτοβουλίες» του ΠΑΜΕ (αυτό κι αν εμποδίζει την εμπλοκή λαού κι εργαζομένων, όταν ούτε σε γενικές συνελεύσεις ούτε καν σε ανοιχτά ΔΣ των σωματείων που ελέγχει δεν παίρνονται οι αποφάσεις για κινητοποιήσεις), στην «αναμονή» τού (αν και πότε!) θα αποφασίσει μια επόμενη κινητοποίηση. ‘Η - από δυνάμεις που δεν απαξίωσαν τη συμμετοχή στις συσκέψεις που καλέσαμε – η αναζήτηση του καταλληλότερου «ακτιβισμού». Κινήσεις όπου κάποιες… «μειοψηφίες» θα εκδηλώσουν την αντίθεσή τους στο σιωνιστικό τέρας, στην κυβέρνηση και τους ιμπεριαλιστές… Και θα… «παραδειγματίσουν».
Όλη αυτή η κατάσταση βέβαια καθόλου δεν ευνοεί (το αντίθετο) το άνοιγμα της ουσιαστικής και κρίσιμης συζήτησης για το ίδιο το παλαιστινιακό ζήτημα. Τι λέει ο καθένας δηλαδή! Αν, για παράδειγμα, το «Λευτεριά στην Παλαιστίνη» που φωνάζεται – και σωστά – στις διαδηλώσεις σημαίνει ή όχι αγώνα για ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος απ’ τον Ιορδάνη μέχρι τη Μεσόγειο ή «προκρίνονται» (περισσότερο ή λιγότερο «θολά») τα «2 κράτη» και η «επιστροφή στα σύνορα του 1967».
Εκφράστηκαν βέβαια και λογικές που, αρνούμενες την κοινή δράση οργανώσεων και συλλογικοτήτων, καλούν τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ να πάρουν πρωτοβουλίες για το Παλαιστινιακό!!! Καλούν δηλαδή τις ξεπουλημένες ηγεσίες (τις τριτοβάθμιες μάλιστα) του κρατικού και εργοδοτικού «συνδικαλισμού» να πάρουν αποφάσεις αγωνιστικής αλληλεγγύης! Αυτές που υπονομεύουν κάθε προσπάθεια αντίστασης και αγώνα των εργαζόμενων και που – ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια – βρίσκονται στον αντίποδά τους.
Οι αιτίες όλης αυτής της κατάστασης είναι βαθύτερες. Το πρόβλημα εκφράζεται στο σύνολο των ζητημάτων και των μετώπων που πρέπει ν’ αντιπαλέψει ο λαός. Ένα μόνο απ΄ αυτά είναι το Παλαιστινιακό. Οι αιτίες αυτές πηγάζουν απ΄ την αποδοχή του αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων που κυριαρχεί στην κοινωνία. Πηγάζουν από την υπόκλιση στον συσχετισμό αυτόν! Μια υπόκλιση που σημαίνει την απομάκρυνση έως και παραίτηση από τη λογική της μαζικής πάλης. Μια υπόκλιση που σημαίνει την εγκατάλειψη της επιδίωξης όρων συγκρότησης αυτής της μαζικής πάλης με όρους πολιτικής αυτοτέλειας από τον καθεστωτικό ρεφορμισμό. Μια υπόκλιση που εκδηλώνεται με πλήθος ρεφορμιστικών προτάσεων και δήθεν «εναλλακτικών διεξόδων» που προβάλλονται απέναντι σ΄ ένα σύστημα που ολοένα και αγριεύει την επίθεσή του και τη φασιστικοποίηση και σ’ έναν πλανήτη που μυρίζει μπαρούτι, απ΄ τις συγκρούσεις και τις επιβουλές των ιμπεριαλιστών.
Χαρακτηριστικά «δείγματα» (με διαφορετικές αφετηρίες και οπτική, αλλά…κοινή πηγή, του τι έχει παράξει αυτή η υπόκλιση στον αρνητικό συσχετισμό είναι:
• Το ότι θα μας «σώσουν» (ξανά;;;) οι κάλπες. Γιατί άραγε με περισσή «ευκολία», ταχύτητα και ένταση συγκροτήθηκαν (ευκαιριακές) εκλογικές «ενότητες» και συγκολλήσεις, που «τα έδωσαν όλα για τη μάχη» των τελευταίων εκλογών σε Δήμους - Περιφέρειες με βασικό στόχο τις έδρες; Φτάνοντας μέχρι να «καταπιούν» τη στήριξη στο ΠΑΣΟΚ, στο δεύτερο γύρο της Αθήνας, από συνιστώσες της σαθρής ακόμα και εκλογικά «ενότητας» που διαμόρφωσαν!
• Η πολιτική δορυφοριοποίηση γύρω απ΄ το ΚΚΕ. Που δεν εκφράστηκε μόνο στις κινητοποιήσεις για την Παλαιστίνη, αλλά εκφράζεται κατά κόρον από δυνάμεις του «εξωκοινοβουλίου» και σε σωματεία εργαζομένων και στο φοιτητικό χώρο, ακόμα και στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά στο ρόλο του ΚΚΕ και της ΚΝΕ σε αφιέρωμα του «ΠΡΙΝ» (12/11) για τα 50χρονα του Πολυτεχνείου. Εκεί το ΚΚΕ και η ΚΝΕ κριτικάρονται για λάθη… τακτικής και για την εκτίμηση του χαρακτήρα της ανατροπής (!) όσον αφορά το τότε - ενώ ταυτόχρονα τονίζονται οι… «ισχυρές ριζοσπαστικές δυνάμεις» που είχαν στο εσωτερικό τους! Από την άλλη, ο σημερινός ρόλος του ΚΚΕ χαρακτηρίζεται απλά ως «ανεπαρκής», συγκαλύπτοντας την ίδια τη ρεφορμιστική του φύση, τις υπηρεσίες του στην πολιτική και τις δυνάμεις του συστήματος, την υπονομευτική για το κίνημα, τα σωματεία και τους συλλόγους πολιτική και πρακτική του.
• Η λογική τού να κάνουμε κάποιους «ακτιβισμούς», κάποιες «συμβολικές» και «παραδειγματικές» κινήσεις μήπως και «ταράξουμε τα νερά». Μια λογική που πιστοποιεί την παραίτηση απ’ την αναγκαία κατεύθυνση συγκρότησης πραγματικών λαϊκών αντιστάσεων και διεκδικήσεων, που είναι η μόνη πραγματική απάντηση στην πολιτική του συστήματος.
Στο βάθος τους, όλες αυτές οι λογικές έχουν αποδεχθεί πως ο συσχετισμός ανάμεσα στους κυρίαρχους και στο λαό δεν αλλάζει και αναζητούν «απαντήσεις», έξω από την υπόθεση της μαζικής πάλης.
Οι τελευταίες εξελίξεις, μάλιστα, στον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να κάνουν ακόμα χειρότερη αυτή την κατάσταση. Τροφοδοτώντας νέες εκλογικές φαντασιώσεις σε τμήματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς να «συνταιριάξουν» με τον νέο πολιτικό «χυλό» που θα παραχθεί. Με ποιους; Μ’ αυτούς που θήτευσαν σε κυβερνητικές θέσεις και διαχειρίζονταν την επίθεση στο λαό, συκοφαντώντας παραπέρα την Αριστερά, ή που έκαναν… συμπολιτευόμενη «αντιπολίτευση» στην κυβέρνηση της ΝΔ. Και να γεννήσουν νέες αυταπάτες για νέα «ακροατήρια». Βλέπετε, εκτός των άλλων, έρχονται και οι… ευρωκάλπες!
Όμως, η αντιμετώπιση μιας κατάστασης που για το λαό γίνεται όλο και πιο ζόρικη, μιας πολιτικής και μιας επίθεσης που συνεχώς αγριεύει (νέοι αντεργατικοί νόμοι που διαδέχονται τους παλιούς, οι οποίοι βέβαια «δεν μένουν στα χαρτιά», πρωτοφανής εκτίναξη ακρίβειας, καταστολή και φασιστικοποίηση, πολεμικά μέτωπα και αιματοχυσία) και σκληραίνει σε όλα τα επίπεδα, απαιτεί πραγματικές απαντήσεις!
Κι αυτό αναζητούν κι όσοι αγωνιστές ψάχνουν διεξόδους ενάντια στην κυρίαρχη πολιτική και έξω απ΄ τον καθεστωτικό ρεφορμισμό. Αυτό αναζητά ένα αγωνιστικό δυναμικό, που δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως «Ιφιγένεια» που θα θυσιαστεί για χάρη των κάθε είδους εκλογικών σχεδίων. Που δεν έχει κανείς το «δικαίωμα» να το αντιμετωπίσει έτσι! Ούτε βέβαια μπορεί η κατάσταση αυτή ν’ αντιμετωπιστεί με «κόλπα», να «παρακαμφθεί» με στρουθοκαμηλισμούς ή με ψεύτικες και εύκολες «διαφυγές» απ΄ αυτήν. Τη στιγμή που βρίσκεται εδώ και προχωρά!
Η επιμονή του ΚΚΕ(μ-λ) σε κοινή δράση και συντονισμό έχει ΠΟΛΙΤΙΚΗ βάση. Κι αυτή δεν είναι άλλη από την επιδίωξη συγκρότησης πραγματικών αντιστάσεων και διεκδικήσεων απέναντι στα ίδια τα ζωτικά για το λαό μέτωπα της επίθεσης που το σύστημα κι ο ιμπεριαλισμός διεξάγουν καθημερινά ενάντιά του. Μιας κοινής δράσης κι ενός συντονισμού με διαδικασίες ανοικτές στον κόσμο του αγώνα, δημόσιες, διά ζώσης (κι όχι μέσω… μέιλ), με στόχο την ουσιαστική συζήτηση και συνδιαμόρφωση πρωτοβουλιών. Και σ’ αυτό θα επιμείνουμε.