Σαν περίπου …φυσικό φαινόμενο παρουσιάζει η επίσημη πολιτική φιλολογία την ακρίβεια που καλπάζει και εξαθλιώνει τον λαό. Σαν μια κατάσταση που δεν έχει κοινωνικές, ταξικές, πολιτικές αιτίες, σαν μια κατάσταση που «έρχεται απ' έξω», από κάποιο …χαμηλό βαρομετρικό που απρόσμενα δημιουργήθηκε και την οποία ο λαός πρέπει να την υποστεί αδιαμαρτύρητα! Ταυτόχρονα, κανείς βέβαια δεν λέει πότε θα «ξεθυμάνει το χαμηλό βαρομετρικό» που όλο και φορτώνει και πολύ περισσότερο τι φέρνει το «φόρτωμά του» στον λαό μας, στους λαούς.
Ωστόσο, ζούμε διαρκώς τη μαυρίλα που συσσωρεύεται σε όλα τα πεδία. Το μαζικό έγκλημα ενάντια στους πρόσφυγες στα Κύθηρα και στη Λέσβο είναι μια κυνική φωτογραφία της απαξίωσης της ίδιας της ανθρώπινης ζωής, όπως αυτή επιβάλλεται από τον ιμπεριαλισμό και τις αστικές τάξεις-τσιράκια του. Το φούντωμα του αντιδραστικού ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού είναι πτυχή του πολέμου στην Ουκρανία, είναι -με μια έννοια- «πόλεμος μέσα στον πόλεμο», ανταγωνισμός που κανοναρχείται από τους ΑμερικανοΝΑΤΟϊκούς φονιάδες και στον οποίο πρόθυμες χορεύουν οι εξαρτημένες και τυχοδιωκτικές αστικές τάξεις των δύο χωρών. Η αστυνομία και το ποινολόγιο ανέργων που επιβάλλει ο πρώην ΟΑΕΔ είναι άλλη μια κυνική φωτογραφία των κανιβαλικών επιδιώξεων του κεφαλαίου και της εργοδοσίας, που σε αυτές τις συνθήκες επιδιώκουν να κατασπαράξουν τον κόσμο της δουλειάς. Ο ζόφος στον Κολωνό είναι μια οδυνηρή ανάδειξη των σάπιων αξιών του συστήματος, ένα ακόμα σήμα συναγερμού για το πού οδηγούν και τι παράγουν αυτές οι «αξίες» και τα αδιέξοδα που συσσωρεύουν οι πολιτικές της εργασιακής και κοινωνικής βαρβαρότητας.
Αλλά επειδή ο κατάλογος των σημαδιών της μαυρίλας δεν έχει τέλος και καθημερινά διευρύνεται, επειδή το κάθε λαϊκό σπίτι ζει τον «δικό του» Γολγοθά, είναι αναγκαίο και επείγον να αναρωτηθούμε: Μπορεί και πώς να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση; Ποια δύναμη μπορεί να βάλει φρένο στην εξέλιξή της, να αντισταθεί και να διεκδικήσει δικαιώματα και ζωή για τον λαό και τους λαούς;
Η μόνη δύναμη που μπορεί να σταθεί απέναντι στην εξελισσόμενη βαρβαρότητα είναι αυτή που έχει συμφέρον να το κάνει. Αυτή δεν είναι άλλη από τη δύναμη της λαϊκής πάλης! Η πρόταση του ΚΚΕ(μ-λ) για τον «συντονισμό οργανώσεων και συλλογικοτήτων για την ανάπτυξη της μαζικής πάλης» αυτή την κατεύθυνση επιδιώκει να υπηρετήσει. Γι’ αυτό θεωρούμε ότι η πρόταση αυτή χρειάζεται να συζητηθεί συλλογικά και μαζικά, στο κίνημα, στους χώρους δουλειάς, νεολαίας και στις γειτονιές. Γιατί χρειάζεται να γίνουν βήματα στην κατεύθυνση της μόνης πραγματικής ελπίδας για τον λαό!
Σε πεδίο άγριας φτώχειας καλπάζει η ακρίβεια!
Οι στατιστικές που ήρθαν πρόσφατα στην επικαιρότητα (EUROSTAT, ΕΛΣΤΑΤ) σχετικά με τα κοινωνικά δεδομένα και τις προοπτικές που διαμορφώνονται στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, παρόλη την …αφόρητη κομψότητά τους, είναι χρήσιμες και επιβεβαιώνουν με τον τρόπο τους ότι αυτό που αντιμετωπίζει ο λαός μας και οι λαοί «δεν έπεσε από τον ουρανό». Η ΕΛΣΤΑΤ, για παράδειγμα, μετράει πως περίπου 3 εκατομμύρια άνθρωποι στη χώρα μας βρίσκονται στο «κατώφλι της φτώχειας»! Έχει μεγάλη σημασία ότι αυτό το «κατώφλι» ορίστηκε (από ποιους, άραγε, και με ποια κριτήρια) στα 5.266 ευρώ ανά έτος για μονοπρόσωπη οικογένεια και στα 11.059 ευρώ για οικογένεια με δύο ενήλικες και δύο παιδιά έως 14 ετών!! Έχει σημασία, γιατί με 1 ευρώ παραπάνω (αλλά και με 1.000 ή 2.000 ευρώ παραπάνω τον χρόνο) «δεν βρίσκεσαι» στο οριζόμενο «κατώφλι φτώχειας»! Παρόλα αυτά, η έκταση των ήδη εξαθλιωμένων είναι κιόλας τεράστια! Αυτή η κοινωνική πραγματικότητα και όπως καταγράφεται από τα επίσημα στοιχεία και στη βάση των συστημικών ορισμών, είναι προφανές ότι δεν διαμορφώθηκε «χθες», δεν διαμορφώθηκε μετά την 24/2/22, που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία.
Είναι έργο πολυετές και όλων των κυβερνήσεων, όλα τα προηγούμενα χρόνια. Θα μπορούσαμε να ανατρέξουμε πολλές δεκαετίες πριν, στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, για να θυμηθούμε τη συνέπεια στην αντιλαϊκή-αντεργατική πολιτική όλων των αστικών δυνάμεων και των κυβερνήσεών τους. Από την Πράξη Νομοθετικού περιεχομένου της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ του Α.Π., που μετά τις εκλογές του 1985 απαγόρευσε τις αυξήσεις σε όλους τους μισθούς σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα ως την άγρια τριετία (1990-1993) του Κ. Μητσοτάκη, τη σαρωτική επέλαση-σφαγή των μισθωτών από τον «εκσυγχρονισμό» του Σημίτη και όλη την ανάλογη συνέχεια με τις κυβερνήσεις του Κ. Καραμανλή και του ΓΑΠ τη δεκαετία του 2000-10. Το ζήτημα, λοιπόν, ενώ βέβαια κλιμακώθηκε στη «δεκαετία των μνημονίων», κάθε άλλο παρά τότε άρχισε. Όλα αυτά τα χρόνια (και φυσικά την πρώτη περίοδο της μεταπολίτευσης 1974-81) είναι γεμάτα από τις επιθέσεις του συστήματος και των κυβερνήσεών του ενάντια στους εργάτες και τους εργαζόμενους, ενάντια στον λαό. Επιθέσεις ενάντια στον μισθό, στη σύνταξη, στα ασφαλιστικά δικαιώματα, στα κοινωνικά δικαιώματα. Επιθέσεις που επέβαλλαν και το μαζικό ξεκλήρισμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς, που στο τοπίο της ανεργίας και της υπερεκμετάλλευσης συνάντησε και συναντά ολοένα περισσότερο ζητήματα επιβίωσης. Αυτές οι πολιτικές, που συνεχίστηκαν και κλιμακώθηκαν από την κυβέρνηση της ΝΔ του Κυρ. Μητσοτάκη, είναι που έχουν διαμορφώσει το τοπίο της άγριας φτώχειας, που είναι πολύ χειρότερο από αυτό που ομολογούν οι επίσημες στατιστικές.
Αυτός ο ήδη εξαθλιωμένος κόσμος καλείται σήμερα να «ζήσει», ενώ απέναντί του υψώνονται θεόρατα τα κύματα της ακρίβειας στην ενέργεια και στα τρόφιμα. Ταυτόχρονα, ωστόσο, και τα «προνομιούχα» τμήματα των εργαζομένων που βρίσκονταν κάπως πιο πάνω από το «κατώφλι», ωθούνται προς τα κάτω, εξαιτίας της συνεχιζόμενης και ολόπλευρης επίθεσης σε μισθούς και κοινωνικά δικαιώματα, ενώ το ίδιο συμβαίνει και με εκτεταμένα μικρομεσαία στρώματα.
Συνεπώς, καθόλου δεν «ήρθε απ' έξω» και «αιφνιδίως» το φάσμα της εξαθλίωσης, της σκοτεινιάς και της παγωνιάς που αντιμετωπίζει η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία. Γιατί ποτέ δεν έπαψαν οι κυβερνήσεις στη χώρα να συνεργούν στην ιμπεριαλιστική λεηλασία των πλουτοπαραγωγικών πηγών και του δημόσιου πλούτου, που έχει φτιαχτεί με τον ιδρώτα (και το αίμα) της εργατικής τάξης της χώρας, αφού με αυτή τη γραμμή ικανοποιούσαν τις μεταπρατικές και κομπραδόρικες μπίζνες των ντόπιων τζακιών της μεγαλοαστικής τάξης. Γιατί ποτέ δεν έπαψαν οι κυβερνήσεις ακόμα και να πρωτοστατούν με τις ιμπεριαλιστικές πλάτες στο χτύπημα των εργατικών-λαϊκών δικαιωμάτων και κατακτήσεων, αφού αυτό είναι βασικός όρος και για την «ανάπτυξη» και τις «επενδύσεις», αλλά και για την ισχυροποίηση της πολιτικής-ταξικής κυριαρχίας της αστικής τάξης απέναντι στον εχθρό λαό.
Εχθρός του λαού, η πολιτική του συστήματος
Αλλά και τώρα, και σήμερα, που ο λαός μας αντιμετωπίζει μαζικά ζητήματα επιβίωσης, η κυβέρνηση συνεχίζει και εντείνει την αντιλαϊκή επίθεση σε όλα τα κοινωνικά ζητήματα, από την περίθαλψη-υγεία, μέχρι την εκπαίδευση. Στο ζήτημα της εργασίας, οι συνθήκες εξαθλίωσης που διαμορφώνονται αντιμετωπίζονται όπως στην πανδημία, ως μια «ευκαιρία» για να προωθηθεί παραπέρα το χτύπημα της αξίας της εργατικής δύναμης, η μεγαλύτερη καταλήστευση του λαού. Αυτό αναδεικνύεται από την επίθεση στους ανέργους, από την κλιμάκωση των πολιτικών ελαστικής υπερεκμετάλλευσης με βάση τον νόμο Χατζηδάκη, από τη συνέχιση της πολιτικής που διαμορφώνει στρατιές συμβασιούχων στο Δημόσιο, από το νέο μίνι ασφαλιστικό που παρατείνει έως και 7 χρόνια την παραμονή στη δουλειά, από τον νέο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ που κατασκευάζει δεξαμενές «υποψήφιων για δουλειά». Κατά τα άλλα, με δελτία ενέργειας και τροφίμων και με το «καλάθι της νοικοκυράς» (που τάχα θα συγκρατήσει στις τωρινές ιλιγγιώδεις τιμές κάποια προϊόντα…) επιχειρείται να διασκεδαστεί η κατάσταση που εξελίσσεται, αλλά κυρίως να «διαπαιδαγωγηθεί» ο εργαζόμενος λαός ως επαίτης που δεν έχει δικαιώματα.
Απέναντι σε αυτή την κυβερνητική πολιτική, δεν υπάρχει ίχνος πραγματικής αντίθεσης από την αντιπολίτευση των ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και των άλλων αστικών δυνάμεων. Δεν υπάρχει, γιατί δεν μπορεί να υπάρξει, με βάση το παρελθόν αλλά και το μέλλον στο οποίο προσβλέπουν οι δυνάμεις αυτές. Η «αντιπολιτευτική τους φασαρία» οφείλουν να είναι μέσα στις ράγες της πολιτικής του συστήματος και, πάνω από όλα, να κρατάει τον λαό στη γωνία. Μια «φασαρία» που φαίνεται πως τελείωσε είναι αυτή των υποκλοπών, αφού τα κέντρα εξουσίας έξω από τη χώρα αποφάσισαν πως σε αυτή τη συγκυρία τουλάχιστον δεν θα στριμώξουν άλλο τον Μητσοτάκη με το ζήτημα αυτό. Αυτό που μένει, λοιπόν, στην αντιπολίτευση είναι …οι εκλογές. Επιδιώκουν να φτάσουν σε αυτές -όποτε γίνουν- με την κυβέρνηση να έχει μαζέψει φθορά, αλλά κυρίως με τον λαό ηττημένο από τον μεγάλο εχθρό του: την πολιτική του συστήματος. Με αυτές τις προϋποθέσεις ελπίζουν και σχεδιάζουν να αποτελέσουν την «αλλαγή» που θα συνεχίσει το αντιδραστικό έργο.
Τα …παράδοξα της Αριστεράς
Το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα αναδεικνύει παντού στον κόσμο τη βάρβαρη, αντιανθρώπινη φύση του, τα αδιέξοδά του. Κάτω από το βάρος των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που το καθορίζουν, παραβιάζει ακόμα και τους πιο «ιερούς του κανόνες», στενεύει και στερεύει τις αγορές του και αναζητεί πολεμική διέξοδο στην κρίση του.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο εξαρτημένος ελληνικός καπιταλισμός απογυμνώνεται τελείως από τα αφηγήματά του. Η «μεγάλη ιδέα» της ΟΝΕ/ΕΕ, που για δεκαετίες καθοδήγησε την πολιτική και τις επιδιώξεις των κυβερνήσεων, δέχεται στην παρούσα κρίση άλλο ένα πολύ βαρύ πλήγμα. Η ΕΕ, όχι μόνο δεν είναι «ο παράδεισος των λαών» (σχεδόν το 25% του πληθυσμού είναι μπροστά στο φάσμα της φτώχειας, λέει η EUROSTAT), αλλά επιπλέον αντί για παράγοντας «οικονομικής ανάπτυξης» και «γεωπολιτικής ασφάλειας» για τη χώρα, αποδεικνύεται το αντίθετο! Για χρήση… σπίρτων και φακών συμβουλεύει ο Σόιμπλε, ενώ το Βερολίνο τραβάει ολοένα περισσότερο τα λουριά του δανεισμού, απειλώντας με μια νέα ταραχή τα αστικά επιτελεία στη χώρα! Όσο για τη «γεωπολιτική ασφάλεια», το γύρισμα της βάρκας υπέρ της … αμερικανοκρατίας και οι ειδικές σχέσεις με τη Γαλλία είναι πολύ βροντερές διαψεύσεις της.
Όλα αυτά συνιστούν πολύ σοβαρές καταδείξεις για το τι είναι και πώς πορεύεται η άρχουσα τάξη της χώρας. Καταδεικνύουν τη γύμνια της, τα εξαρτημένα και αντιδραστικά χαρακτηριστικά της. Καταδεικνύουν μια πολιτική που ασκείται στο όνομα του «έθνους», ενώ είναι πολύ στενά ταξική, αδίστακτη και χωρίς καμιά απολύτως έγνοια για τον λαό και τη χώρα.
Όλα αυτά αποτελούν αντικειμενικά πλεονεκτήματα για μια Αριστερά που θέλει και παλεύει να οργανώσει τον λαό και τη νεολαία στη γραμμή της αντίστασης και της διεκδίκησης απέναντι στην εξαθλίωση, τη φασιστικοποίηση, τον πόλεμο και τον ιμπεριαλισμό. Όλα αυτά, ενώ έχουν μεσολαβήσει και τα μνημόνια και η πανδημία, που πρέπει να ήταν αρκετά για να απαλλαγούν οι δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά και στο κίνημα από το θάμπωμα και το δέος που είχαν για την «ιμπεριαλιστική Ελλάδα», που «μπήκε στον σκληρό πυρήνα της ΕΕ» και γίνεται «ηγεμονική δύναμη» στα Βαλκάνια και την ευρύτερη περιοχή. Όλα αυτά αποτελούν ισχυρά πολιτικά και ιδεολογικά όπλα για να αποφασίσουν και να παλέψουν οι δυνάμεις της Αριστεράς το έτσι κι αλλιώς κραυγαλέα αναγκαίο στις σημερινές συνθήκες: την κατεύθυνση του ξεσηκωμού και των μαζικών αγώνων λαού και νεολαίας!
Το «παράδοξο» είναι ότι αυτό δεν συμβαίνει, ότι καθυστερεί ανεπίτρεπτα! Για να αποφύγουμε τις παρεξηγήσεις, το «παράδοξο» δεν αφορά το ΚΚΕ. Η ηγεσία αυτού του κόμματος έχει διαχρονικά αποδείξει, εδώ και κάμποσες δεκαετίες, ότι η πολιτική της αποτελεί στήριγμα -και ιδιαίτερα στις καμπές και στις ταραγμένες περιόδους- του συστήματος. Από την εποχή της ΕΔΑ με την πολιτική ουράς στην ΕΚ του Γ. Παπανδρέου, ως την «πραγματική αλλαγή» δίπλα στο ΠΑΣΟΚ και τις συγκυβερνήσεις του 1989-91, και από τα γαρίφαλα στα ΜΑΤ που χτυπούσαν στον κάμπο τον αγροτικό ξεσηκωμό του 1996 και το «δεν θα σπάσει τζάμι» στην επανάσταση ως την πλήρη στοίχιση στη νομιμότητα των φασιστικών απαγορεύσεων στην καραντίνα-πανδημία, την ακύρωση στην ουρά του Παναγόπουλου της απεργίας της 3/6/21 για τον νόμο Χατζηδάκη και ως την πολιτική του για τα ελληνοτουρκικά και τους μετανάστες, το κόμμα αυτό δίνει σταθερά τα διαπιστευτήριά του στην άρχουσα τάξη, «υπογράφει» ξανά και ξανά το νομοθετικό διάταγμα 59/1974 για την υποταγή του στην αστική νομιμότητα.
Το «παράδοξο», λοιπόν, αφορά στις εξωκοινοβουλευτικές δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά και στο κίνημα, που δείχνουν να είναι πολύ μακριά από αυτό που εμείς τουλάχιστον θεωρούμε προφανή αναγκαιότητα της περιόδου. Ακόμα και όταν αποφασίζουν να κινητοποιηθούν -όπως στις 7/10 στην Αθήνα για την ακρίβεια- συγκροτούν ένα πλαίσιο που κάθε άλλο παρά παραπέμπει σε στόχους πάλης που συγκροτούν κίνημα και αγώνες. Ένα πλαίσιο που «θυμίζει» αποσπάσματα από το πρόγραμμα του ΜΕΡΑ του Βαρουφάκη, ένα πλαίσιο που παραπέμπει στις ηττημένες αυταπάτες των «μεταβατικών κυβερνήσεων» της προηγούμενης δεκαετίας. Ακόμα χειρότερα αντιμετωπίζεται το ζήτημα του πολέμου στην Ουκρανία, που όσο κλιμακώνονται οι κίνδυνοι που αυτός παράγει για τους λαούς, τόσο μεγαλώνει η απροθυμία-άρνηση να παλευτούν αντιπολεμικές-αντιιμπεριαλιστικές κινητοποιήσεις.
Όλα τα παράδοξα έχουν τις ερμηνείες τους! Μια παράμετρος αυτών των ερμηνειών είναι ότι οι δυνάμεις αυτές έχουν εγκλωβιστεί στην αναζήτηση εκλογικών σχεδιασμών, οι οποίοι όσο δεν «ολοκληρώνονται», μπλοκάρουν και ακυρώνουν κάθε κινηματική κατεύθυνση. Θεμιτές, ας πούμε εμείς, οι «εκλογικές φιλοδοξίες», αλλά το αυτονόητο κατά τη γνώμη μας είναι ότι οι εκλογικές επιδιώξεις βασίζονται και θεμελιώνονται στο κίνημα και στη μαζική πάλη, όταν πρόκειται για δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά και στην υπόθεση του λαού και όχι το αντίστροφο! Στη μαζική πάλη και στην προσφορά στους αγώνες που υπηρετούν τα συμφέροντα του λαού και της νεολαίας διαμορφώνει και κατακτά επιρροή και δεσμούς μια αγωνιστική, αριστερή, επαναστατική δύναμη και όχι στις εκλογές! Αυτό ισχύει πάντα και πολύ περισσότερο σήμερα, που έχει διαμορφωθεί ένας πολύ βαρύς και αρνητικός συσχετισμός, που η τροποποίησή του στην αγωνιστική αντικαπιταλιστική-αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση μόνο στη βάση των μαζικών αγώνων μπορεί να επιδιωχθεί!
Τα πραγματικά ζητήματα και ζητούμενα είναι εδώ και κάθε μέρα θα είναι οξύτερα. Θα κριθούμε όλοι με βάση αυτά, και όχι με βάση επινοήσεις και κατασκευές. Ακόμα περισσότερο, όλες οι πολιτικές δυνάμεις θα διαμορφωθούν, θα (μετ)αλλαχθούν στη βάση των πολιτικών και των επιλογών που διαμορφώνουν και θα διαμορφώσουν στις πρωτόγνωρες συνθήκες και απαιτήσεις της περιόδου που έχουμε μπει.
Η πρόταση του ΚΚΕ(μ-λ) θεωρούμε ότι βάζει προς συζήτηση αυτό που είναι αναγκαίο να παλευτεί. Η ανάδειξη της μέσα στον λαό, στη νεολαία και στο κίνημα υπηρετεί τον βασικό στόχο της πρότασης, τη διαμόρφωση πολιτικών όρων για τη στήριξη και την ανάπτυξη της μαζικής πάλης. Ταυτόχρονα, ωστόσο, η πρόταση αποτελεί και μια θετική θεωρούμε «αφορμή» για τη γενικότερη και συνολικότερη πολιτική και ιδεολογική συζήτηση-αντιπαράθεση που απαιτείται να αναπτυχθεί και στη βάση των πραγματικών ζητημάτων που μας θέτει η ταξική πάλη.