Ψηφίστηκε την προηγούμενη βδομάδα το «ερανιστικό» νομοσχέδιο για τη δημόσια υγεία και το ΕΣΥ. Αυτό που φορτώνει έναν σωρό νέα βάρη σε υγειονομικούς εργαζόμενους και λαό, μέσω των ρυθμίσεων για τα απογευματινά χειρουργεία, του ιδιωτικού έργου των γιατρών ΕΣΥ και τα χαράτσια στα παραπεμπτικά των εργαστηριακών και απεικονιστικών εξετάσεων. Το μόνο που επαναξιολογήθηκε απ’ την κυβέρνηση και δεν προχώρησε προς το παρόν είναι η δυνατότητα των ιδιωτών γιατρών να εργάζονται στο ΕΣΥ, κάτι που βέβαια ήδη ισχύει σε περιορισμένη κλίμακα για περιπτώσεις κάλυψης εφημεριών ή ειδικοτήτων που δεν υπάρχουν σε κατά τόπους νοσοκομεία στην επαρχία. Η οπισθοχώρηση αυτή κυρίως βασίζεται σε γενικευμένες δυσαρέσκειες που εκφράζονται από ορισμένες πλευρές, μιας και το ανακάτεμα της τράπουλας ξεβολεύει και διάφορους που είχαν ισορροπήσει στην προηγούμενη σχέση δημόσιου – ιδιωτικού θησαυρίζοντας φυσικά στις πλάτες του λαού.
Απ’ την πλευρά των υγειονομικών εργαζόμενων, η εξέλιξη αυτή αποτελεί άλλο ένα σημαντικό χτύπημα στα δικαιώματά τους. Άσχετα με την πραγματική έκταση που τελικά θα πάρουν με το πέρασμα του χρόνου τόσο τα απογευματινά χειρουργεία όσο κι η ιδιώτευση, η ουσία είναι ότι έπεσε κι άλλο νερό στο αυλάκι της επίθεσης στο χτύπημα των μισθών, του ωραρίου και της μονιμότητας. Το δικαίωμα των εργαζομένων για μόνιμη και σταθερή δουλειά με αξιοπρεπείς μισθούς υπονομεύεται απ’ τη δημιουργία μιας διευρυνόμενης συνθήκης που υπαγορεύεται απ’ το «αν δεν σου φτάνει ο μισθός δούλεψε περισσότερο και απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ». Διευρύνεται η εργασιακή ζούγκλα δίπλα στους 20.000 συμβασιούχους με τις διαφορετικές συμβάσεις εργασίας και τους εργολαβικούς εργαζόμενους. Ήδη οι πρόθυμοι φροντίζουν να επεκτείνουν τις διαθέσεις τους προς τους ειδικευόμενους γιατρούς, νοσηλευτικό και παραϊατρικό προσωπικό, με τους ανάλογους εκβιασμούς. Σημαντική είναι κι η πτυχή των «δικλείδων» που θέτει ο νέος νόμος, που υπαγορεύει την κάλυψη των τακτικών αναγκών ανά κλινική δημιουργώντας νέες αντιθέσεις και εκβιασμούς απ’ τους διευθυντές προς τους νεότερους, επικουρικούς και ειδικευόμενους γιατρούς, που θα καλούνται ακόμη περισσότερο να βγάλουν το φίδι απ’ την τρύπα.
Το κλίμα στα δημόσια νοσοκομεία είναι ότι οι υγειονομικοί εργαζόμενοι αντιλαμβάνονται τον αντιδραστικό χαρακτήρα των νέων μέτρων και διαφωνούν μαζικά. Η δυσαρέσκεια αυτή ωστόσο δεν βρίσκει έδαφος αγωνιστικής αντίστασης για τους γνωστούς λόγους. Η απεργία της 17/4 θα ήταν το πιο πρόσφορο έδαφος για τους υγειονομικούς να παλέψουν για αυξήσεις στους μισθούς, κόντρα στα απογευματινά χειρουργεία. Ωστόσο η ΠΟΕΔΗΝ, στα χνάρια της ΑΔΕΔΥ, δεν προκήρυξε απεργία και καλεί για τις 16 Μάη, με πολύ φροντίδα ώστε να μη δοθεί καμιά ουσιαστική δυνατότητα στους εργαζομένους να ξεδιπλώσουν μαζικά την πάλη τους. Η ΟΕΝΓΕ, παρ’ όλο που κάλεσε σε απεργία, ούτε θέλει ούτε μπορεί με τη ρεφορμιστική γραμμή και στάση της να συμβάλει στην οργάνωση μαζικών αντιστάσεων. Την προηγούμενη περίοδο επικέντρωσε την απεύθυνσή της προς τους γιατρούς ν’ αρνηθούν τη συμμετοχή στα απογευματινά χειρουργεία και, το βασικότερο, καλλιεργεί αυταπάτες με την προβολή της απόφασής της να κινηθεί δικαστικά ενάντια στον νόμο.
Αρνητικό είναι το ταμείο και για τον λαό και το δικαίωμά του σε ίση, πλήρη και δωρεάν περίθαλψη. Όχι ότι πίστεψε κανείς έστω και για μια στιγμή το αφήγημα του Γεωργιάδη, ότι έτσι θα μειωθούν οι χειρουργικές λίστες, αλλά η πληρωμή επείγοντος χειρουργείου στο ΠΑΓΝ Ηρακλείου ασθενή που έσπασε το χέρι του είναι αποκαλυπτική. Ωστόσο, ας είναι καθαρό ότι βρισκόμαστε μπροστά σε κλιμάκωση της επίθεσης απέναντι σε κάθε τι που έχει παραμείνει ως δωρεάν δικαίωμα για τον λαό. Μια πραγματικότητα, γνωστή στον λαό, που περιγράφεται απ’ τις καθημερινές φράσεις: «υπάρχει ραντεβού σε τρεις μήνες εκτός αν θέλετε απογευματινό την άλλη εβδομάδα», «μην κοιτάτε τι λέει το παραπεμπτικό, υπάρχει έξτρα εισφορά τάδε», «για φυσικοθεραπείες με παραπεμπτικό υπάρχει έξτρα χρέωση για κάθε συνεδρία», «αν θέλετε ιδιωτικά χωρίς παραπεμπτικό μπορεί να γίνει άμεσα η εξέταση», «η εξέταση εκτελείται μόνο σε δημόσια δομή, ιδιωτικά πληρώνετε» είναι η έκφραση του πώς ο λαός τελικά βάζει συνέχεια το χέρι στην τσέπη.
Αυτοί οι εκβιασμοί θα διευρυνθούν, καθώς η κυβέρνηση βρίσκεται σε διαγκωνισμό με τα ιδιωτικά διαγνωστικά για τις πληρωμές μέσω ΕΟΠΥΥ. Μάλιστα, στο ψηφισθέν νομοσχέδιο, για να προλάβει την προγραμματισμένη επίσχεση των κέντρων, ψήφισε τιμωρητική διάταξη αποκλεισμού συνεργασίας με ΕΟΠΥΥ για 18 μήνες για όποιο κέντρο δεν εξυπηρετήσει ασφαλισμένο. Όλες οι επιλογές που εξετάζονται (πλαφόν είτε στον αριθμό εξετάσεων ανά ασφαλισμένο, είτε ανά γιατρό) καταλήγουν στο ότι ο λαός είτε θα στερηθεί είτε θα πληρώσει. Αυτά έρχονται να προστεθούν στον γολγοθά που βιώνουν ασθενείς με σοβαρές παθήσεις και ανάγκη πρόσβασης σε ακριβές, εξειδικευμένες ή/και καινοτόμες θεραπείες. Στον μύλο των ταξικών περικοπών αναφέρονται οι δηλώσεις Γεωργιάδη για τα ογκολογικά φάρμακα που «δεν θα έπρεπε να δίνονται», ή το υπό μελέτη φάρμακο για τη νόσο του κινητικού νευρώνα που «κακώς δινόταν» παρ’ όλο που η νόσος είναι θανατηφόρα και δεν υπάρχει θεραπεία. Η κυβέρνηση κάνει πράξη τις δηλώσεις Πνευματικού («είναι δύσκολο να ανταπεξέλθουμε στις θεραπείες των καρκινοπαθών τελικού σταδίου και πρέπει να τραβήξουμε μια γραμμή»), που λογοκρίθηκαν μόνο για προεκλογικούς λόγους. Το χτύπημα στην πρόσβαση σε δωρεάν και πλήρεις υπηρεσίες περίθαλψης είναι καθολικό και ξεκινά απ’ τον προσωπικό γιατρό και το ακριβό φάρμακο, διατρέχει όλες τις ανάγκες για διάγνωση και νοσηλεία και φτάνει ως τους 49 ασθενείς με Πάρκινσον που αναμένουν εδώ και δύο χρόνια για μια εξειδικευμένη παρέμβαση που είναι η μόνη τους ελπίδα.
Τα μέτωπα πάλης για εργαζόμενους και λαό είναι πολλά και η επίθεση οξύνεται συνεχώς απ’ την πλευρά του συστήματος. Η οργάνωση των λαϊκών δυνάμεων στην κατεύθυνση της αντίστασης είναι καθήκον κάθε αριστερού προοδευτικού ανθρώπου, κάθε κομμουνιστή που κατανοεί την αναγκαιότητα και αντιλαμβάνεται τη δυνατότητα των αγωνιζόμενων μαζών.