Τα τρακτέρ και οι συγκρούσεις στο κέντρο των Βρυξελλών, η πολιορκία του Παρισιού, το κλείσιμο των συνοριακών περασμάτων μεταξύ Πολωνίας – Ουκρανίας και μεταξύ Βελγίου – Ολλανδίας, τα εκατοντάδες τρακτέρ στο Βερολίνο, οι μαζικές κινητοποιήσεις σε Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και στην Ελλάδα είναι χαρακτηριστικά της έκτασης και της έντασης ενός πανευρωπαϊκού ξεσπάσματος των αγροτών.
Τα προβλήματα κατά το μεγαλύτερο μέρος είναι κοινά. Μεγάλη αύξηση στο κόστος παραγωγής, συνεχής μείωση εισοδήματος σε βαθμό αναγκαστικής εγκατάλειψης της αγροτικής παραγωγής. Τα προβλήματα μεγαλώνει η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της ΕΕ που επιβάλλει ποσοστώσεις και μειώνει συνεχώς τις επιδοτήσεις με διάφορα προσχήματα δήθεν «πράσινης» ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος.
Οι αγρότες, όπως και τα άλλα μικροαστικά – μεσοαστικά στρώματα στην Ευρώπη αλλά και γενικότερα στον καπιταλιστικό – ιμπεριαλιστικό κόσμο, συμπιέζονται ασφυκτικά και σπρώχνονται προς τη φτωχοποίηση, χωρίς μέλλον. Εδώ είναι ανάγκη να επισημάνουμε το μεγάλο εύρος στη διαστρωμάτωση ανάμεσα στους αγρότες τόσο μεταξύ των διαφόρων χωρών όσο και στην κάθε χώρα ξεχωριστά. Άλλο η καθετοποιημένη αγροτική εκμετάλλευση στη Γερμανία ή την Ολλανδία σε σχέση με τους αγρότες στην Πολωνία, την Ελλάδα, την Πορτογαλία. Καθώς και άλλο πράγμα οι καπιταλιστικές αγροτικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα με εκατομμύρια τζίρο από το στρώμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς που παλεύει κάθε χρόνο να επιβιώσει από την όποια παραγωγή του.
Επιπλέον, πρέπει να επισημάνουμε ότι το σύστημα των επιδοτήσεων επί της αγροτικής παραγωγής που έχει διαμορφώσει η λεγόμενη ΚΑΠ της ΕΕ έχει κατά βάση δύο στόχους να επιτελέσει. Από τη μία πλευρά να μειώσει το κόστος της πρώτης ύλης που παράγει η αγροτική εκμετάλλευση για τη βιομηχανία, είτε αυτή αφορά τις βιομηχανίες τροφίμων είτε άλλους βιομηχανικούς κλάδους. Από την άλλη πλευρά, οι επιδοτήσεις κατευθύνονται στο μεγαλύτερο μέρος τους στις μεγάλες καπιταλιστικές αγροτικές εκμεταλλεύσεις με αποτέλεσμα οι φτωχομεσαίοι αγρότες κάθε χρόνο να βρίσκονται σε χειρότερη θέση και να αναγκάζονται είτε να φυτοζωούν είτε να εγκαταλείπουν την παραγωγή.
Βασικό χαρακτηριστικό κάθε ιμπεριαλιστικής δύναμης και ιδιαίτερα αυτών της πρώτης γραμμής είναι η εξασφάλιση της διατροφικής επάρκειας για τη χώρα τους. Αυτή η επιδίωξη έχει να κάνει με τον αποκλεισμό κάθε πιθανής εξάρτησης είτε από άλλη ιμπεριαλιστική χώρα είτε από οποιαδήποτε άλλη που θα έθετε σε κίνδυνο πρώτα από όλα την τροφοδοσία των στρατευμάτων τους αλλά και την τροφοδοσία της εσωτερικής αγοράς τους. Στην αντίθετη περίπτωση, οι εξαρτημένες από τους ιμπεριαλιστές χώρες χαρακτηρίζονται από τη διατροφική ανεπάρκεια και εξάρτηση ακόμη και εάν έχουν μεγάλη αγροκτηνοτροφική παραγωγή, είτε γιατί αυτή κατευθύνεται με άνισους οικονομικούς όρους στις ιμπεριαλιστικές χώρες είτε γιατί επιβάλλονται οι μονοκαλλιέργειες με αποτέλεσμα τη στέρηση σε άλλα αναγκαία είδη.
Το μονοπωλιακό κεφάλαιο στις ιμπεριαλιστικές χώρες με στόχο την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αύξηση της κερδοφορίας του προχωράει σε αθρόες εισαγωγές φθηνών αγροτικών προϊόντων από εξαρτημένες χώρες (Λατινική Αμερική, Ασία, Αφρική) και στην κατεύθυνση αυτή επιβάλλονται συμφωνίες «ελεύθερου εμπορίου». Όπως αυτό της ΕΕ με τα κράτη της Mercosur (Βραζιλία, Αργεντινή, Ουρουγουάη, Παραγουάη) με σκοπό την εισαγωγή αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων χωρίς δασμούς και τελωνειακές επιβαρύνσεις.
Με αυτόν τον τρόπο όμως υπονομεύουν τη δική τους αγροτική παραγωγή και αυτό έχει άμεση επίπτωση στους αγρότες, που αντιλαμβάνονται πλέον ότι είναι αναλώσιμοι για το μονοπωλιακό κεφάλαιο των τροφίμων και των αλυσίδων λιανικής πώλησης, αφού πρώτα έχουν ξεζουμιστεί από τις βιομηχανίες λιπασμάτων, σπόρων και φαρμάκων καθώς και τους καπιταλιστικούς κολοσσούς της ενέργειας και των καυσίμων.
Το αγωνιστικό ξέσπασμα των αγροτών στην Ευρώπη αποκαλύπτει για άλλη μια φορά ότι για το καπιταλιστικό – ιμπεριαλιστικό σύστημα η παραγωγή για την κάλυψη των βασικών ανθρωπίνων αναγκών και ιδιαίτερα της διατροφής δεν είναι αυτοσκοπός αλλά υπόκειται στον κυρίαρχο νόμο αυτού του συστήματος, του καπιταλιστικού κέρδους. Που σημαίνει πείνα και εξαθλίωση για δισεκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη από τη μία και καταστροφή της αγροτικής παραγωγής από την άλλη. Και είναι χαρακτηριστικό για την Ευρώπη και όχι μόνο ότι ενώ οι αγρότες στη μεγάλη τους πλειοψηφία πιέζονται προς τα κάτω με την αύξηση του κόστους παραγωγής και της μείωσης των τιμών στα προϊόντα τους, οι αυξήσεις στα τρόφιμα έχουν πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, κάνοντας αφόρητη και στερημένη τη ζωή των εργαζόμενων.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις των ιμπεριαλιστικών χωρών αλλά και οι εξαρτημένες από αυτές, στα πλαίσια της ΕΕ, έρχονται αντιμέτωπες με το αντιπαραγωγικό τέρας που οι ίδιες και το μονοπωλιακό κεφάλαιο που υπηρετούν έχουν εκθρέψει και αναγκάζει τους αγρότες σε αγώνες επιβίωσης και απόκρουσης της υποβάθμισης της ζωής τους.
Καθώς το αγωνιστικό ξέσπασμα των αγροτών έχει πάρει σημαντικές διαστάσεις στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, γίνονται προσπάθειες ελιγμών τόσο από τις κυβερνήσεις όσο και από την Κομισιόν με στόχο την εκτόνωση της κατάστασης και της πολιτικής πίεσης που δέχονται. Βέβαια, αυτοί οι ελιγμοί έχουν και περιορισμούς είτε αυτοί αφορούν την κερδοφορία του μονοπωλιακού κεφαλαίου είτε γεωστρατηγικές στοχεύσεις. Ταυτόχρονα, οι κάθε είδους ελιγμοί έχουν να αντιμετωπίσουν και τους οξυμένους ανταγωνισμούς ανάμεσα στις κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές χώρες της ΕΕ.
Στην κατεύθυνση αυτή παίρνει αναβολή η υποχρέωση που επιβάλλει η ΚΑΠ για αγρανάπαυση του 4% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων σε αγροτικές εκμεταλλεύσεις άνω των 100 στρεμμάτων (10 εκτάρια). Ένα μέτρο που σαφώς ευνοεί τις μεγάλες καλλιέργειες, ενώ για τους μικρομεσαίους και φτωχούς αγρότες που έχουν παραγωγή σε μικρές εκτάσεις δεν έχει να τους προσφέρει κάτι ιδιαίτερο. Ενώ ταυτόχρονα ο Μακρόν πιέζει στην ΕΕ για το πάγωμα συμφωνιών «ελεύθερου εμπορίου», όπως αυτή με τις χώρες της Νότιας Αμερικής, από την άλλη όμως κανείς μέσα στην ΕΕ δεν θέτει ζήτημα, παρότι πιέζονται, για την αθρόα εισαγωγή αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων από την Ουκρανία χωρίς δασμούς. Έχουν και οι ελιγμοί τα όριά τους.
Ανάμεσα στα ζητήματα που έχουν αναδείξει σε πανευρωπαϊκό επίπεδο οι αγροτικές κινητοποιήσεις είναι και οι εξελίξεις που δρομολογούνται στο πολιτικό επίπεδο καθώς πολλές εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι αυτή η κατάσταση θα ευνοήσει την ακροδεξιά και ιδιαίτερα στις επικείμενες ευρωεκλογές. Είναι γεγονός ότι η επίκληση από τη μεριά των ακροδεξιών και φασιστικών δυνάμεων του «εθνικού» συμφέροντος έναντι των «ολοκληρώσεων» ή της «παγκοσμιοποίησης» απηχεί τα ταξικά συμφέροντα της κάθε ντόπιας κεφαλαιοκρατικής αστικής τους τάξης στον ανταγωνισμό τους με τις άλλες κεφαλαιοκρατικές αστικές τάξεις τόσο στην Ευρώπη όσο και γενικότερα. Αυτή η πολιτική κατεύθυνση βρίσκει απήχηση σε μικροαστικά και μεσοαστικά στρώματα όσο λείπει μία αριστερή πολιτική υπεράσπισης των ταξικών συμφερόντων του εργαζόμενου λαού. Και μάλιστα αυτή η απήχηση μεγαλώνει όσο περισσότερο μεγαλώνει η καταπίεση και η εκμετάλλευση του προλεταριάτου, των μεταναστών αλλά και των ντόπιων εργατών γης που κατά εκατομμύρια δουλεύουν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες ιδιαίτερα στις αγροτικές καλλιέργειες.
Αυτή τη μεγάλη «προσφορά» των ακροδεξιών και φασιστικών δυνάμεων προς το σύστημα οι κεφαλαιοκρατικές αστικές τάξεις στην Ευρώπη τόσο των ιμπεριαλιστικών χωρών όσο και των εξαρτημένων δεν θέλουν να την αφήσουν να πάει «χαμένη» και την ενισχύουν με κάθε τρόπο. Τα πολιτικά προβλήματα κυβερνητικής διαχείρισης που τους δημιουργεί τα αντιμετωπίζουν με την ακόμα μεγαλύτερη κλιμάκωση της επίθεσης στους εργάτες, τον λαό και τη νεολαία, στην ένταση της φασιστικοποίησης της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, στο κτύπημα και την ισοπέδωση των καταχτήσεων και των δικαιωμάτων, στρέφοντας έτσι όλο και σε πιο δεξιά και αντιδραστική κατεύθυνση τις πολιτικές εξελίξεις.
Παρόλα αυτά, οι αγροτικές κινητοποιήσεις εκπέμπουν ένα αισιόδοξο μήνυμα για την αφύπνιση και το δρόμο της διεκδίκησης, που κερδίζει έδαφος στα πιο φτωχά και καταπιεσμένα στρώματα σαν η μόνη επιλογή που υπάρχει απέναντι σε ένα σύστημα που έχοντας σκίσει όλα τα κοινωνικά συμβόλαια κινείται με «σπασμένα τα φρένα» κόντρα σε βασικές ανθρώπινες ανάγκες. Μέσα σε αυτές τις κινητοποιήσεις θα συγκροτηθούν και θα δυναμώσουν οι αριστερές κατευθύνσεις πάλης που μπορούν να συνενώσουν τον αγώνα των εργαζομένων και όλων των λαϊκών στρωμάτων ενάντια στο καπιταλιστικό – ιμπεριαλιστικό σύστημα.