Το σύστημα καταγραφής κρουσμάτων κορονοϊού, με βάση το οποίο οι σοφοί της επιτροπής λοιμώξεων αποφάσιζαν τα ολοένα σκληρότερα περιοριστικά μέτρα, αποκαλύφθηκε πως ήταν διπλό! Την καταγραφή των κρουσμάτων είχε, αρχικά, αναλάβει η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης (ΗΔΙΚΑ), η οποία τον Απρίλη υπέγραψε σύμβαση με την κοινοπραξία ΟΤΕ-Byte ύψους 185.000 ευρώ. Η δικαιολογία ήταν πως η κρατική ΗΔΙΚΑ, δήθεν, δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του ηλεκτρονικού μητρώου ασθενών covid, που ήταν ελάχιστοι εκείνη την περίοδο, και χρειαζόταν υποστήριξη. Κλασική περίπτωση προσφοράς ζεστού χρήματος στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Σκοπός της κοινοπραξίας αυτής ήταν η άμεση και έγκαιρη καταγραφή όλων των κρουσμάτων, που η διάγνωσή τους γινόταν στα δημόσια νοσοκομεία, στα ιδιωτικά κέντρα και στις κινητές μονάδες του ΕΟΔΥ.
Ενώ αυτή η σύμβαση βρισκόταν σε εξέλιξη, ο ΕΟΔΥ υπέγραψε τον Ιούνη σύμβαση με την ιδιωτική εταιρία MainSys, για την προμήθεια ειδικών φορητών συσκευών αλλά και για ν’ αναπτυχθεί σύστημα καταγραφής κρουσμάτων από τις κινητές μονάδες του ΕΟΔΥ, κάτι που συμπεριλαμβανόταν ήδη στην προηγούμενη σύμβαση της ΗΔΙΚΑ. Η σύμβαση της MainSys, μάλιστα, που μέχρι τώρα είχε θαφτεί και παρέμενε κρυφή, κόστισε 800.000 ευρώ!!! Σύμφωνα με τα στοιχεία που βγαίνουν στη δημοσιότητα και παραδέχονται εκπρόσωποι του συστήματος, τα δεδομένα για τα κρούσματα από το δεύτερο αυτό σύστημα καθυστερούσαν πολύ να ενσωματωθούν στο κεντρικό σύστημα της ΗΔΙΚΑ, με αποτέλεσμα να υπάρχει ασαφής κι εσφαλμένη εικόνα της εξέλιξης της πανδημίας στη χώρα μας.
Με ψύχραιμη ματιά, τα παραπάνω γεγονότα δεν προκαλούν έκπληξη. Το σύστημα έχει αποδείξει πως δεν χάνει ευκαιρία να αποπροσανατολίζει το λαό, προκειμένου να τον αφήνει στο παρασκήνιο των εξελίξεων και να αποφεύγει την οργή του, χρησιμοποιώντας κάθε αθέμιτο μέσο. Ένα από αυτά είναι και το success story που προσπαθεί να χτίσει. Μόνο που τα χιλιάδες καθημερινά κρούσματα των τελευταίων μηνών αλλοιώνουν αυτόν τον αέρα επιτυχίας και κάπως έπρεπε να περιοριστούν. Όχι βέβαια με μαζικά τεστ στο λαό, με δωρεάν μέσα προστασίας, με αύξηση των δρομολογίων στις συγκοινωνίες, με άνοιγμα νοσοκομείων και μαζικές προσλήψεις προσωπικού σε αυτά, αλλά με μαγείρεμα των επιδημιολογικών δεδομένων. Στην ίδια άκρως επικίνδυνη τακτική, της εξυπηρέτησης των πολιτικών αναγκών της κυβέρνησης (και του συστήματος) αντί της ανάγκης προστασίας του λαού, εντάσσεται και η μείωση που καταγράφηκε στα τεστ (μοριακά και συνολικά) από τις 24 Νοέμβρη κι ύστερα.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι αποκρύπτονται τα ακριβή στοιχεία για τον αριθμό των ασθενών με covid που νοσηλεύονται σε απλές κλίνες, τον αριθμό των διαθέσιμων κλινών για απλή νοσηλεία, τον αριθμό των νοσηλευόμενων σε μονάδες αυξημένης φροντίδας (ΜΑΦ) και ΜΕΘ (που δεν ταυτίζεται απαραίτητα με τον αριθμό των διασωληνωμένων). Η δημοσιοποίηση καθενός από τα παραπάνω στοιχεία θα αποκάλυπτε για άλλη μία φορά πως το σύστημα περίθαλψης καταρρέει και πως οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία και ο λαός έχουν αφεθεί στο έλεος της πανδημίας. Αντ’ αυτού ενημερωνόμαστε πολύ συχνά για το ιικό φορτίο στα λύματα, έναν αναξιόπιστο δείκτη για την πορεία της πανδημίας, ώστε να μας γεμίζουν με φρούδες ελπίδες.
Επίσης, για άλλη μια φορά γίνεται εμφανές πως χρήματα για τις «βρώμικες» δουλειές του συστήματος υπάρχουν πολλά. Ένα εκατομμύριο ευρώ για τις διπλές λίστες και τον αποπροσανατολισμό του λαού, για την περίθαλψη του οποίου δεν περισσεύει ούτε cent. Μάλιστα, η εταιρία MainSys φαίνεται πως έχει αναλάβει κι άλλες επικερδείς δουλειές για το δημόσιο, τα στοιχεία, όμως, αυτά αποκρύπτονται επιμελώς.
Με βάση τις διαρκείς εξελίξεις που αφορούν στην πανδημία και τη διαχείρισή της, αναδεικνύεται η σάπια φύση του συστήματος και των διαχειριστών του. Μαγειρεύουν δεδομένα κατά το δοκούν, μοιράζοντας άφθονο χρήμα σε μερίδες του κεφαλαίου, και με βάση αυτά τα αλλοιωμένα δεδομένα επιβάλουν μέτρα και περιορισμούς που στοχεύουν, κατά κύριο λόγο, στο βάθεμα της φασιστικοποίησης της δημόσιας και πολιτικής ζωής, στην περιστολή δημοκρατικών δικαιωμάτων κι ελευθεριών. Οδηγούν χιλιάδες ανθρώπους στην ασθένεια και στο θάνατο, γιατί η πραγματική πρόληψη, με μαζικά τεστ, και η πραγματική θεραπεία, με πολλά και πλήρως στελεχωμένα νοσοκομεία, είναι ανεπιθύμητες και περιττές. Γι’ αυτό πρέπει να μας βρουν απέναντί τους. Στο δρόμο και στον αγώνα, να υπερασπιστούμε τις ζωές μας.