ΝΑ Ασία, RCEP

Τι σηματοδοτεί η μεγάλη περιφερειακή εμπορική συμφωνία, ερήμην των ΗΠΑ;

Η πολυμερής εμπορική συμφωνία που υπογράφτηκε στα μέσα του φετινού Νοέμβρη, μέσω βιντεοσύνδεσης στο Ανόι, πρωτεύουσα του Βιετνάμ, παρότι είχε προαγγελθεί εδώ και μήνες, προκάλεσε διεθνή αίσθηση. Στην Περιφερειακή Ολοκληρωμένη Οικονομική Εταιρική Σχέση (Regional Comprehensive Economic Partnership, RCEP), όπως ονομάστηκε, συμμετέχουν οι δέκα χώρες μέλη της ASEAN (δηλαδή Μπρουνέι, Βιετνάμ, Λάος, Καμπότζη, Ταϊλάνδη, Μιανμάρ, Μαλαισία, Σιγκαπούρη, Ινδονησία και Φιλιππίνες) μαζί με την Κίνα, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, την Αυστραλία, και την Νέα Ζηλανδία. Αν και πρόκειται για μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με αντικείμενο κυρίως τους δασμούς και τα εμπόδια στα πλαίσια των διασυνοριακών συναλλαγών ανάμεσα στις χώρες που συμμετέχουν, η πολιτική της βαρύτητα και οι δυνητικές προοπτικές που δημιουργεί, στον βαθμό που θα προχωρήσει, έχουν ευρύτερη γεωπολιτική σημασία. Και αυτό κυρίως γιατί για πρώτη φορά η Κίνα συμμετέχει σε μια πολυμερή εμπορική συμφωνία, ιδιαίτερα με τις δυο ισχυρές οικονομίες του Ειρηνικού, την Ιαπωνία και την Αυστραλία και μάλιστα με απούσες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Για τις τελευταίες η υπογραφή της συμφωνίας αποτελεί ένα ισχυρό πλήγμα στην πολιτική οικονομικής και εμπορικής ανάσχεσης της Κίνας που προσπάθησαν να προωθήσουν τα τελευταία χρόνια, μια πολιτική με αντιφάσεις και προβλήματα. Ειδικότερα υπονομεύεται η επιδίωξη να αποκοπεί η Κίνα από τις σημαντικές εφοδιαστικές αλυσίδες στον τομέα της μεταποίησης αλλά και της βαριάς βιομηχανίας, μια σχέση που στην περιοχή της ΝΑ Ασίας είναι πολύ στενή. Στο συνολικό εξωτερικό εμπόριο των μελών της ASEAN, στο πρώτο εξάμηνο του 2020 η Κίνα είχε μερίδιο 18%.

Η συμφωνία, που αναλύεται σε ένα κείμενο 510 σελίδων και 20 κεφαλαίων, πρόκειται να τεθεί σε ισχύ αφού επικυρωθεί από τουλάχιστον έξι χώρες της ASEAN και τρεις χώρες μη μέλη της, μια διαδικασία που μπορεί να κρατήσει καιρό, ακόμη και αν δεν αντιμετωπίσει τρικλοποδιές από εξωτερικούς παράγοντες. Προβλέπει την εξάλειψη σταδιακά έως και του 92% των δασμών στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των εταίρων στα επόμενα 20 χρόνια. Καθορίζει, επίσης, κανόνες για το ηλεκτρονικό εμπόριο και την πνευματική ιδιοκτησία, οι οποίοι θα μπορούσαν ενδεχομένως να επηρεάσουν τις δυτικές πολυεθνικές, λόγου χάρη στον κλάδο των φαρμάκων και της υψηλής τεχνολογίας. Η ιδέα για μια τέτοια συμφωνία έχει ηλικία κάτι περισσότερο από δέκα χρόνια και οι συστηματικές διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν το 2012. Ύστερα από 31 γύρους διαπραγματεύσεων, 11 υπουργικές συνόδους και παρά την αποχώρηση της Ινδίας στην τελευταία φάση (2019) και τις απέλπιδες πολιτικές πιέσεις της Ουάσινγκτον μέχρι την τελευταία στιγμή (επίσκεψη του Αμερικανού ΥΠΕΞ Πομπέο στην περιοχή στα τέλη Οκτωβρίου), η συμφωνία ανακοινώθηκε λίγες ημέρες μετά τις αμερικάνικες εκλογές, γεγονός που αρκετοί δεν θεωρούν τυχαίο, ενόψει των νέων σχεδιασμών και αναθεωρήσεων στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.

Στο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στην έναρξη των επίσημων διαπραγματεύσεων και στην επιτυχή κατάληξή της, υπήρξαν φάσεις με αργά βήματα και φάσεις που επιταχύνθηκαν οι εξελίξεις. Μια τέτοια περίοδος ήταν από τότε που οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν από την Εταιρική Σχέση του Ειρηνικού (Trans-Pacific Partnership-TPP) το 2017. Ένας άλλος παράγοντας επιτάχυνσης των πρωτοβουλιών για την RCEP θεωρείται η βραχυκύκλωση εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης της κινέζικης πρότασης για την ενίσχυση των σχέσεων και τον συντονισμό των πολιτικών. Η 21η Σύνοδος κορυφής μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Κίνας τον Απρίλη του 2019 ανέδειξε τους ευρωπαϊκούς δισταγμούς, γεγονός που από ορισμένους θεωρείται πως επηρέασε το Πεκίνο να επιταχύνει τα βήματα για την νέα συμφωνία. Έτσι, αν και η συμφωνία αποτελεί κατ’ εξοχήν μια πολιτική ήττα για τις ΗΠΑ, προκάλεσε σοβαρή ανησυχία στα πλαίσια των ηγετικών δυνάμεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κυρίως η Γερμανία αλλά και άλλες ευρωπαϊκές αστικές τάξεις διαβλέπουν τον κίνδυνο για δυσμενείς επιπτώσεις στην εξαγωγική εμπορική δραστηριότητα στην περιοχή, ιδιαίτερα στην αχανή κινεζική αγορά, στον βαθμό που η συμφωνία προχωρήσει. Γιατί δεν θα είναι μόνο δυνατότητα της Κίνας για σχετικά ανεμπόδιστη δράση στις μεγάλες αγορές της Ινδονησίας, του Βιετνάμ κ.ά. αλλά και η δυνατότητα της Ιαπωνίας να αποκτήσει σημαντικά πλεονεκτήματα στις αγορές της Κίνας και της Νότιας Κορέας, σπρώχνοντας μπροστά την τάση οικονομικής περιφερειοποίησης, η οποία θα εμποδίζει την δράση του ευρωπαϊκού εμπορίου και των ευρωπαϊκών πολυεθνικών.

Η συμφωνία RCEP αναμφίβολα αποτελεί μια πολύ σημαντική εξέλιξη για τη διαμόρφωση των μελλοντικών συσχετισμών στην περιοχή του Ειρηνικού. Αν και είναι νωρίς να μιλήσει κανείς για την αρχή του τέλους της αμερικάνικης ηγεμονίας στην περιοχή ή την απόδειξη πως η Κίνα «παίρνει κεφάλι» σε μια περίοδο έντονης ρευστότητας, είναι γεγονός πως η οικονομική και γεωπολιτική διαπάλη εκεί μπαίνει σε νέα φάση. Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός είναι υποχρεωμένος να αντιδράσει, η συμφωνία θα αντιμετωπίσει ανταγωνιστικές πρωτοβουλίες και κινήσεις και μένει να δούμε το πραγματικό της αποτύπωμα στους συσχετισμούς και τις ισορροπίες, που έτσι και αλλιώς έχουν προ καιρού εισέλθει σε περίοδο μετάβασης.

Δ.Π.

ΔΙΕΘΝΗ 
Εμβόλιο Covid-19
Πριν ετοιμαστούν οι σύριγγες… βγήκαν τα μαχαίρια!
Ανταγωνισμοί ιμπεριαλιστών, βιασύνες και εμπόριο ελπίδας από φαρμακευτικούς κολοσσούς και κυβερνήσεις
Διεθνής αλληλεγγύη για την Banu Büyükavcı
Η πρωτοβουλία «Αλληλεγγύη στη Banu» διοργανώνει εκδηλώσεις διαμαρτυρίας στις 10 Δεκέμβρη