Ο Κώστας Τσόκλης είναι ένας από τους πιο γνωστούς και αναγνωρισμένους Έλληνες εικαστικούς. Εκπρόσωπος της τέχνης, σίγουρος ότι τα έργα του τον υψώνουν σε βάθρο το οποίο οι αμαθείς και ασήμαντοι οφείλουν να προσκυνούν, τόλμησε να ανοίξει το στόμα του. Στην περίοδο που η κυβερνητική πολιτική δολοφονεί καθημερινά με την απόφαση να αφήσει το λαό στο έλεος της πανδημίας, ως σοφός και πολύτιμος γέρων δήλωσε ότι είναι προτιμότερο να επιλεγεί να σωθεί η ζωή ενός άξιου γέροντα αντί ενός παιδιού. Για να υπερασπιστεί τον εαυτό του στο σάλο που δημιουργήθηκε, βιάστηκε να διευκρινίσει: «Και γιατί να σκοτώσεις ένα γέρο και να μην σκοτώσεις ένα «βλάκα» νέο, έτσι είπα γι’ αυτό παρεξηγήθηκα και όλα. Εννοώ ένας γέροντας να είναι ο Πικάσο, να τον αφήσω να πεθάνει και να αφήσω να ζήσει η κυρά Μαρία;»
Δεν είναι, λοιπόν, προς παρεξήγηση το γεγονός ότι υπάρχουν κριτήρια για το ποιος είναι άξιος να ζήσει, ότι υπάρχει κώδικας που ορίζει ποιος είναι πιο χρήσιμος και ποιος είναι ο «βλάκας». Δεν είναι προς παρεξήγηση ότι όλο αυτό το διάστημα, πολύ συγκροτημένα, η κυβέρνηση της ΝΔ θυσιάζει και αφήνει το λαό και τη νεολαία απροστάτευτους απέναντι στον ιό. Δεν είναι προς παρεξήγηση ότι τα νοσοκομεία και οι υγειονομικοί καταρρέουν και η κυβέρνηση επιμένει να μην ανοίγει νοσοκομεία και να μην κάνει προσλήψεις. Δεν είναι προς παρεξήγηση ότι ταξικότατα επιλέγεται ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει «μένοντας σπίτι». Δεν είναι προς παρεξήγηση ότι αναπαράγει το αφήγημα της κυβέρνησης περί αναγκαίων πλέον επιλογών για το ποιοι πρέπει να επιβιώσουν, που στοιχειοθετεί το ιδεολόγημα των άξιων και μη άξιων σε μια κοινωνία, τις διαφορετικές ταχύτητες του δικαιώματος στη ζωή και την υγεία. Ποιος είναι ο απλός λαός που θέλει και να ζήσει;
Είναι χυδαίο το ότι χρησιμοποίησε την «αυθεντία» και το «ρόλο» του για να διακρίνει τους «σημαντικούς» από τους «ασήμαντους». Μόνο που μοιραία εντάσσεται στους ασήμαντους, γιατί οι σημαντικοί έγραψαν «Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε αδελφέ μου απ’ τον κόσμο. Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο». Κι ο Πικάσο ό,τι έφτιαξε, το έφτιαξε για όλες τις κυρά Μαρίες αυτού του κόσμου. Και μόνο έτσι είχε νόημα. Κι όταν η τέχνη άρθρωσε λόγο στην πραγματικότητα, το έκανε γιατί βρήκε το ρόλο της δίπλα σ’ αυτούς που καταπιέζονται. Κι όταν η τέχνη έφτιαξε αριστουργήματα το έκανε γιατί κατανόησε αυτόν το ρόλο. Η τέχνη των σαλονιών και των Αρίων έχει αφεντικά και τα αφεντικά της μισούν και την τέχνη και τη ζωή και την ελευθερία.