Η Μέρκελ επέστρεψε στην Καγκελαρία μετά από καραντίνα 14 ημερών. Ταυτόχρονα επέστρεψαν και τα σενάρια για το πολιτικό της μέλλον.
Οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν τους Γερμανούς «ικανοποιημένους» και «πολύ ικανοποιημένους», σε ποσοστό 64%, για την ανταπόκριση της Καγκελαρίου στην πρόκληση του κορωνοϊού. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό αποδοχής της Μέρκελ, κατά την τέταρτη θητεία της, με την κυβέρνηση να συγκεντρώνει 72% θετικές απόψεις για τις ενέργειές της, αυτή την περίοδο. Δεν αποτελεί, επομένως, έκπληξη το γεγονός ότι έχει ήδη αρχίσει να συζητείται το ενδεχόμενο παραμονής της στην Καγκελαρία για μια νέα, πέμπτη, θητεία!
Ωστόσο, αυτό είναι το αισιόδοξο σενάριο για το πολιτικό της μέλλον. Το άλλο συνδέεται όχι μόνο με την πορεία της πανδημίας (έγκυρα ινστιτούτα και ερευνητικά ιατρικά κέντρα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι δεν θα τελειώσει πριν τον Αύγουστο ή ακόμη τον Σεπτέμβριο), αλλά με τα οικονομικο-πολιτικά επακόλουθά της, τόσο στη Γερμανία όσο και την ΕΕ και ειδικότερα στην ευρωζώνη. Η πορεία αυτών των εξελίξεων θα κρίνει ουσιαστικά το μέλλον της στην Καγκελαρία, ακόμη ίσως και μια πρόωρη έξοδο! Η προτροπή της Μέρκελ: «Να βγούμε από την κρίση ισχυρότεροι απ′ ότι μπήκαμε σε αυτήν», αποτελεί και τον βασικό στόχο του γερμανικού κεφαλαίου, της «καλά θωρακισμένης» Γερμανίας στην αντιπαράθεσή της με τις χώρες του νότου. Αυτή η προτροπή προδικάζει τον ρόλο της Γερμανίας στην ΕΕ, τώρα και μετά.
Ωστόσο, έχει ξεκινήσει, και εξελίσσεται, μια έντονη πολιτική αντιπαράθεση και στο εσωτερικό της Γερμανίας, όπως αποτυπώνεται στο τελευταίο τεύχος του έγκυρου «Der Spiegel», αναφορικά με τις εμμονές στη δημοσιονομική πειθαρχία: «Είτε η ηγεσία της Γερμανίας δεν αντιλαμβάνεται αυτό που απορρίπτει τόσο επιπόλαια, είτε επιλέγει να μην το έχει αντιληφθεί, από φόβο της λαϊκιστικής δεξιάς του AfD». Επισημαίνεται ότι αποτελεί άποψη ευρύτερης αποδοχής πως η σημερινή στάση της γερμανικής κυβέρνησης υπαγορεύεται και από έναν τέτοιο φόβο, ως απότοκο της εσωτερικής αντιπαράθεσης που οδήγησε στην ίδρυση της ΑfD το 2013.
Η Μέρκελ επαναλαμβάνει, με διάφορους τρόπους, αυτό που ρητά είχε δηλώσει το 2012, κατά τη διάρκεια της ευρωκρίσης: «Όσο ζω, ευρωομόλογα δεν θα υπάρξουν». Την πρόταση για έκδοση ευρωομολόγων (ειδικού σκοπού) προκειμένου να ξεπεραστούν οι οικονομικές συνέπειες από την κρίση του κορωνοϊού, που προωθούν Ιταλοί και Ισπανοί, εξακολουθεί να απορρίπτει το Βερολίνο, προκρίνοντας τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας ως το πιο κατάλληλο εργαλείο.
Απέναντι σε αυτή την πολιτική, οι «Νότιοι» δεν φαίνεται να διαμορφώνουν περιβάλλον σύγκρουσης με τη «θωρακισμένη Γερμανία» και το μπλοκ των «Βόρειων» δορυφόρων της.(Η Ολλανδία υποδύεται τον «κακό» της αντιπαράθεσης με τον Νότο και αποτελεί την αιχμή του δόρατος). Ο ευρωπαϊκός Νότος δεν έχει καταφέρει επίσης, και μέχρι στιγμής, να διαμορφώσει ένα ρεαλιστικό σχέδιο πρακτικής αμφισβήτησης της γερμανικής κυριαρχίας. Και από μόνη της η γερμανική ελίτ δεν πρόκειται να εγκαταλείψει τον κυριαρχικό της ρόλο. Θα το κάνει μόνον αν αναγκαστεί σε συμβιβασμό, κάτω από ισχυρή πίεση! Το Παρίσι δείχνει να δυσφορεί, να διαμαρτύρεται, να αντιπροτείνει, αλλά του είναι αδιανόητη οποιαδήποτε ουσιαστική ρήξη με τη Γερμανία, αφού βολεύεται με την υπάρχουσα κατάσταση.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν και οι συνεχείς (τηλε)συνεδριάσεις του Eurogroup, σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό οικονομικών εργαλείων για την αντιμετώπιση της κρίσης. Παρά τις συνεχείς αναβολές στις αποφάσεις, διαγράφεται ένας ακόμη ανισοβαρής συμβιβασμός. Αυτό προκύπτει και από τις δηλώσεις του Γάλλου υπουργού Οικονομικών, Λεμέρ. Παρίσι και Βερολίνο ήρθαν, για ακόμη μία φορά, πιο κοντά! Έτσι:
-Δεν θα υπάρξει έκδοση ευρωομολόγου, (δηλαδή αμοιβαιοποίηση του χρέους που ζητούν Ιταλοί και Ισπανοί), γιατί δεν το θέλουν οι Γερμανοί και «Βόρειοι».
-Ο ESM, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης, θα πρέπει να έχει κεντρικό ρόλο, στο πλαίσιο της οικονομικής στήριξης των χωρών του Νότου.
-Οποιαδήποτε ελαστικοποίηση κριτηρίων δανεισμού δεν μπορεί να αποκλείει την ύπαρξη κάποιων ρητρών.
-Τίποτα δεν μπορεί να γίνει έχοντας απέναντι τη Γερμανία.
Εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι η ευρωζώνη είναι χωρισμένη στα δύο και αυτή τη φορά για τα καλά. Με δεδομένη τη διαφωνία, τα κράτη-μέλη αναζητούν τρόπους διαφυγής από το διαφαινόμενο ναυάγιο. Από την άλλη, είναι γεγονός πως Ιταλία και Ισπανία είναι πολύ μεγάλες για να διασωθούν από τα υπάρχοντα εργαλεία, όπως ο ESM και τα 410 δισεκατομμύριά του. Ήδη η ΕΚΤ προειδοποίησε τους υπουργούς Οικονομικών του Eurogroup, ότι η ευρωζώνη θα χρειασθεί οικονομικά μέτρα ύψους τουλάχιστον 1,5 τρις ευρώ.
Η Ε.Ε. βρίσκεται σε υπαρξιακή κρίση για πολλούς λόγους. Τώρα προστέθηκε ακόμη ένας και οι προβλέψεις, ακόμη και για λίγους μήνες μετά, είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένες.
Ωστόσο, το πρόβλημα για τη Γερμανία είναι ότι βρίσκεται, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, σε σχέση αλληλεξάρτησης με τους υπόλοιπους εταίρους. Αυτό επιβάλει και κάποιες άλλες προσεγγίσεις, όπως επισημαίνει το «Der Spiegel». Το να ενεργεί σαν φύλακας της «δημοσιονομικής αρετής», δηλαδή των ιδιαίτερων συμφερόντων της, δεν σημαίνει πως έχει και την κατάλληλη απάντηση. Άλλωστε, οι υπολογισμοί των «ειδικών» δεν συγχρονίζονται πάντα με τους πολιτικούς σχεδιασμούς!
Μάλλον και σε αυτή την «ευρωπαϊκή πρόκληση» θα δοθεί… «γερμανική απάντηση». Μήπως όμως (όπως αναρωτιέται το περιοδικό), «η δραστική αυτή θεραπεία θα αποδειχθεί χειρότερη από την ίδια την ασθένεια»;
Χ.Β.